Για να παραφράσουμε τον Παναγιώτη Κονδύλη, σε ακροσφαλείς μεταβατικές ιστορικές συγκυρίες, όταν οι διεθνείς και περιφερειακές στρατηγικές ανακατατάξεις είναι καταιγιστικές, δεν υπάρχει η πολυτέλεια η πολιτική και στρατηγική σκέψη να είναι θολή. Δεν υπάρχει η πολυτέλεια οι (δικές μας!) διαπραγματευτικές θέσεις να είναι αντιφατικές και αδιέξοδες με αποτέλεσμα η Ελληνική πλευρά να σύρετε και να διασύρετε από διαμεσολαβητές γραφειοκράτες που άλλοι καθοδηγούν. Ούτε και να αφηνόμαστε να διολισθήσουμε σε στρατηγική παγίδα που θα φέρει αστάθεια και εθνοκαθάρσεις της πρωταθλήτριας τέτοιων ανοσιουργημάτων Τουρκίας (1922, Αρμένιοι, κουρδιστάν, Ιράκ, Συρία, Λιβύη και το 1974 στην Κύπρο).
Μετά τη Γενεύη τι;
Μετά την επιβεβαίωση ακόμη και των χειρότερων φόβων στην Γενεύη κάθε περαιτέρω βήμα και κάθε απόφαση απαιτούν:
α) καθαρή πολιτική, θεσμική και στρατηγική θέαση
β) μακρόπνοο σχεδιασμό που αποκλείει παγίδες και αβάστακτες συμφορές και
γ) δρομολόγηση επιλογών με κόκκινες γραμμές όσον αφορά την εθνική ασφάλεια του Ελλαδικού κράτους και την ασφάλεια του ενός δέκατου του Ελληνισμού της Κύπρου.
Στηριζόμενοι σε επιχειρήματα και όχι συνθήματα ή ανυπόστατους αφορισμούς ένας λογικός συλλογισμός είναι ότι δεν μπορούν πλέον να υπάρχουν διαφωνίες στην Ελληνική πλευρά.
Υπάρχουν πλέον οι προϋποθέσεις να ενωθούν τα νήματα όλων γύρω από ορθολογιστικές αποφάσεις.
Τελικά ποιος είναι ο ρόλος του ΟΗΕ και γιατί σιώπησε ο Γκουτέρες;
Μετά το πέρας των αναμενόμενα ναυαγισμένων συνομιλιών στην Γενεύη ο κ. Γκουτέρες ΓΓ του ΟΗΕ δήλωσε:
«Δεν βρήκαμε κοινό έδαφος». Και συνεχίζει: «Η Τουρκική πλευρά πιστεύει ότι οι προσπάθειες για διαπραγμάτευση μιας διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας έχουν εξαντληθεί».
Οι Τούρκοι , πρόσθεσε: «Υποστηρίζουν δύο κράτη με κυριαρχική ισότητα».
Συνέχισε με διάφορα σενάρια τα οποία βρίσκουμε ότι υπερβαίνουν τον ρόλο του ως θεματοφύλακα της διεθνούς νομιμότητας όπως απορρέει από τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ, κάτι ως προς το οποίο ακολουθούν αντικειμενικά επιχειρήματα.
Η Τουρκία θέλει όλη την Κύπρο
Ένα πρώτο συμπέρασμα απόρροια και των δηλώσεων του ΓΓ του ΟΗΕ είναι ότι: Δεν υπάρχει κοινό έδαφος, υπάρχει αδιέξοδο.
Εξ αντικειμένου η συζήτηση περί δικοινοτικών, διζωνικών και ισότητας σε εθνική-ρατσιστική βάση οδήγησαν στο σημείο μηδέν και απαιτούνται αποφάσεις εδρασμένες πάνω σε μια αντικειμενικά ορθή βάση.
Πάντως, κανένα δεν τιμά εάν δεν κατανοεί πλήρως τις Τουρκικές θέσεις και επιδιώξεις των οποίων η Γενεύη του Απριλίου 2021 είναι μια ακόμη απόδειξη:
Πρώτον, περιττεύει να μνημονεύσουμε τις εκατοντάδες δηλώσεις και σχέδια της Άγκυρας που κάνουν σαφές ότι θέλουν έλεγχο όλης της Κύπρου, για παράδειγμα«ακόμη και εάν δεν υπήρχε ούτε ένας τουρκοκύπριος στο νησί» και ότι με βάση αυτό που έγινε στην Κύπρο μπορεί να επαναληφθεί η ίδια στρατηγική στην Θράκη και αλλού (Νταβούτογλου).
Δεύτερον, τα «δύο κράτη» στα οποία σήμερα αναφέρεται η Τουρκική πλευρά και η «Διζωνική και Δικοινοτική Ομοσπονδία» (μάλιστα σε εθνική-ρατσιστική ισότητα) είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Απλά διατυπώνονται διαφορετικά εκπληρώνοντας όμως τον ίδιο σκοπό οδηγώντας στο ίδιο αποτέλεσμα:
- Κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας.
- Αναγνώριση των παράνομων τετελεσμένωνόσον αφορά τα νυν παράνομα κατεχόμενα (συμπεριλαμβανομένων των εποίκων που είναι έγκλημα πολέμου).
- Δημιουργία ενός μη βιώσιμου κρατιδίου μέσα στο οποίο η Τουρκία θα διαθέτει όλα τα μέσα για να κυριαρχήσει πλήρως.
Εν τω μεταξύ δεν θα είναι μόνο όμηροι και υπό διωγμό το ένα δέκατο του Ελληνισμού αλλά καιτο Ελλαδικό κράτος στρατηγικά θα παγιδευτεί ανεπίστροφα.
Κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας μας οδηγεί σε ομηρία
Η αντιστροφή του κατήφορου απαιτεί μια λογική, ορθολογιστική και στρατηγικά ασφαλή απόφαση: Πίσω στα θεμελιώδη, έσχατα και θέσφατα που ισχύουν για όλα τα κράτη και που είναι συμβατά με την αποστολή και τις δικαιοδοσίες του ΟΗΕ και που δημιουργούν προϋποθέσεις διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας.
Ποια είναι τα νομικά, πολιτικά, θεσμικά και εξ αντικειμένου ορθά επιχειρήματα;
Α) Βάση διεξόδου στο Κυπριακό είναι η Πράξη Προσχώρησης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ που αποτελεί και εσωτερικό δίκαιο των κρατών μελών.
Η Ελλάδα και Κύπρος έχουν θεμιτό και νομιμοποιημένο δικαίωμα να απαιτήσουν από τους εταίρους τους μια ρητή συλλογική θέση της ΕΕ που είναι συμβατή με την Ευρωπαϊκή νομιμότητα όπως διαμορφώθηκε από την πράξη προσχώρησης καλύπτοντας όλη την Επικράτεια της ΚΔ. Δηλαδή, de Jure το μόνο αναγνωρισμένο κράτος είναι η Κυπριακή Δημοκρατία.
Υπάρχει μια de facto παράνομη κατοχή εδαφών που τερματίζεται μόνο εάν εφαρμοστεί πλήρως και αδιαπραγμάτευτα η διεθνής και ευρωπαϊκή νομιμότητα. Πιο συγκεκριμένα:
1) Δεν καταργείται η Κυπριακή Δημοκρατία (δεν έχει γίνει αυτό ξανά, δηλαδή δεν καταργήθηκε κανένα κράτος λόγω έξωθεν εισβολής), ιδιαίτερα όταν οι αποφάσεις του ΣΑ ρητά ορίζουν ότι είναι παράνομη και δημιούργησαν παράνομα τετελεσμένα που δεν ισχύουν
Αναφερόμαστε στις αποφάσεις του 1974 και 1983 και θα επανέλθουμε πιο κάτω. Όχι τις επόμενες «αποφάσεις» εκτός και εάν δεχόμαστε ως αποφάσεις τις παραινέσεις του ΣΑ για διαπραγματεύσεις με τις οποίες εμείς συναινούσαμε να κάνουμε επειδή το «τουρκικό πιστόλι» των παράνομων στρατευμάτων κατοχής ήταν στον κρόταφο των Κυπρίων.
Καταργούνται οι αποφάσεις του ΟΗΕ;
Κανένα όργανο του ΟΗΕ δεν έχει δικαιοδοσία να ζητήσει αναγνώριση των παράνομων τετελεσμένων.
Εξάλλου, οι μετέπειτα δηλώσεις του ΣΑ ήταν παραινέσεις για να ξαναρχίσουν οι διαπραγματεύσεις από εκεί που εμείς υποχωρήσαμε και οι Τούρκοι επανέρχονταν με νέες και παράνομες απαιτήσεις.
Αυτά αντιστρέφονται με μια κοινή δήλωση της Αθήνας και της Λευκωσίας, τελεία και παύλα. Είναι ζήτημα ορθής ανάλυσης της κατάστασης μετά την Γενεύη και ορθολογιστικής επανατοποθέτησης.
Πιο κάτω παραθέτουμε εντός εισαγωγικών το άρθρο 2 κεφ. Ι του Χάρτη ΟΗΕ. Δεν δίνει σε κανένα το δικαίωμα επέμβασης στο εσωτερικό των κρατών-μελών ιδιαίτερα όταν το θύμα δεν είναι η ΚΔ αλλά η Αμερικανοκίνητη χούντα και η παράνομα εισβάλλουσα Τουρκία.
Αυτά νομικά, πολιτικά και θεσμικά, όπως και το περιεχόμενο της Πράξης Προσχώρησης της ΚΔ στην ΕΕ, είναι ατράνταχτα επιχειρήματα.
Για να το πούμε ήπια, είναι αξιοπερίεργο γιατί δεν αποτελούν ανυποχώρητες θέσεις της Ελληνικής πλευράς με αποτέλεσμα να διολισθαίνουμε σε αδιέξοδο και αστάθεια που θα φέρει διάλυση της ΚΔ, κυριαρχία της Τουρκίας και στρατηγική παγίδευση της Ελλάδας.
2) Ενώ τα προαναφερθέντα εξ αντικειμένου είναι ακλόνητα επιχειρήματα, η πιο ρηξικέλευθη θέση απαιτείται να είναι η εξής: Ποτέ δεν αναγνωρίζονται τα παράνομα τετελεσμένα όσο και να κρατήσει αυτό.
Κάποιοι θα λέγανε να μείνει αδούλωτο μέχρι να απελευθερωθεί ή μέχρι να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις Τουρκικής συνηγορίας σύμφωνα με την διεθνή ευρωπαϊκή νομιμότητα την οποία οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να μελετήσουν εδώ όπου και η πάντοτε επίκαιρη μελέτη του διεθνούς πάνελ εμπειρογνωμόνων (μεταφρασμένη σε πολλές γλώσσες).
Για όσους δεν έτυχε να το γνωρίζουν η αίτησης ένταξης στην ΕΕ και ο ΕΑΧ που κάποιοι από καιρό υποστηρίζουν –πολιτικές που τελικά υιοθετήθηκαν αλλά όχι με την αναγκαία αποφασιστικότητα και την αναγκαία ριζική επανατοποθέτηση– σκοπό είχαν να δημιουργηθούν οι νομικές, πολιτικές, θεσμικές και στρατηγικές προϋποθέσεις βιώσιμης διεξόδου.
Β) Βασική θέση συμφέρει να είναι ότι ισχύουν οι Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του 1974 και 1983 (και καμιά άλλη καθότι παραβιάζουν τον Χάρτη).
Όλες οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας απαιτείται να είναι συμβατές με τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ ιδιαίτερα Κεφάλαιο Ι Άρθρο 2 παράγραφος 7 όπου και οι Υψηλές Αρχές της διεθνούς Αμφικτιονίας, των διεθνών θεσμών και του εν γένει διεθνούς δικαίου.
Καταληκτικά, ο ρόλος του ΟΗΕ, οι διατάξεις των υψηλών αρχών του διεθνούς δικαίου και τα θέσφατα λειτουργίας των διεθνών θεσμών προσφέρουν στέρεα βάση μιας ριζικής, ριζοσπαστικής, αναγκαίας και μη εξαιρετέας και πολιτικά, νομικά και στρατηγικά νέας τοποθέτησης στο Κυπριακό.
Να βάλουμε τα πράγματα σε τάξη
Την πρωτοβουλία απαιτείται να την έχει η Αθήνα η οποία ως Μητρόπολη του Ελληνισμού για να είναι αξιόπιστο κράτος χρήζει να «συμβουλεύσει» το ένα δέκατο των Ελλήνων –των οποίων την ασφάλεια και την ύπαρξη απειλεί η Τουρκία– ότι δεν εξυπηρετεί κάτι η κρατική τους αυτοκτονία.
Αποστολή του ΟΗΕδεν είναι να προσδιορίσει τα σύνορα της διεθνούς τάξης γιατί αυτά δεν ορίζονται στην βάση κάποιου κριτηρίου «δικαιοσύνης» –τα σύνορα ορίζονται με Συνθήκες συνήθως μετά τον τελευταίο πόλεμο ή επί του προκειμένου μετά από ένα εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα–, αλλά να διαφυλάξει αυτή την διεθνή τάξη από επιθετικές ενέργειες και δημιουργία παράνομων τετελεσμένων.
Πρωτίστως, αποτελεί θεμελιώδη παρεκτροπή εάν παρέμβει στο εσωτερικό ενός κυρίαρχου κράτους μέλους το οποίο μάλιστα το ίδιο το ΣΑ αναγνωρίζει ρητά ότι υπήρξε θύμα παράνομης άσκησης βίας και παράνομων τετελεσμένων τα οποία και κάλεσε να τερματιστούν: Κεφάλαιο Ι άρθρο 2 παράγραφος 7 του Χάρτη του ΟΗΕ ξεκαθαρίζονται οι δικαιοδοσίες του ΣΑ αλλά και τα όρια αυτών των δικαιοδοσιών:
«Καμιά διάταξη αυτού του Χάρτη δε θα δίνει στα Ηνωμένα Έθνη το δικαίωμα να επεμβαίνουν σε ζητήματα που ανήκουν ουσιαστικά στην εσωτερική δικαιοδοσία οποιουδήποτε κράτους και δε θα αναγκάζει τα Μέλη να υποβάλλουν τέτοια θέματα για ρύθμιση σύμφωνα με τους όρους αυτού του Χάρτη.
Η αρχή όμως αυτή δεν πρέπει να εμποδίζει την εφαρμογή των εξαναγκαστικών μέτρων που προβλέπονται από το Κεφάλαιο 7».
Καταργείται ο Κατασταστικός Χάρτης του ΟΗΕ;
Επειδή η ουσία πάντα, ιδιαίτερα στις πρόνοιες του Χάρτη του ΟΗΕ αλλά και κάθε ζητήματος της διεθνούς πολιτικής βρίσκεται στις ειδοποιούς διαφορές –και αφού τονιστεί πως σπάνια υπάρχουν αποφάσεις του ΣΑ και πολύ σπανιότερα τόσο ξεκάθαρα ψηφίσματα όπως είχαμε στο Κυπριακό το 1964, 1974 και 1983–, είναι απαραίτητο να γίνει σαφές ότι για την Ελληνική πλευρά από νομική, πολιτική και θεσμική άποψη τίποτα δεν άλλαξε κάτι μετά το 1974 και Ελλάδα και Κύπρος –μιας μάλιστα και που ο ΓΓ του ΟΗΕ δήλωσε ότι η πεπατημένη οδήγησε σε αδιέξοδο– να απαιτήσει από τον ΟΗΕ την εφαρμογή της διεθνούς και ευρωπαϊκής νομιμότητας.
Επαναλαμβάνεται καθότι είναι καθοριστικής σημασίας ότι δεν μπορεί να αμφισβητηθεί νομικά και πολιτικά ότι την διεθνή ειρήνη και ασφάλεια δεν την διατάραξε η Κυπριακή Δημοκρατία αλλά η Τουρκία μετά το υποκινούμενο από την CIA πραξικόπημα της Αμερικανοκίνητης χούντας, όπως και οι ίδιοι οι Αμερικανοί ομολογούν.
Οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας είναι ρητές όπως σπάνια συμβαίνει. Οι αποφάσεις 186 / 1974, 360 / 74 και 541 / 1983, για παράδειγμα, καλούν όλους να σεβαστούν την κυριαρχία του μόνου αναγνωρισμένου κράτους, της Κυπριακής Δημοκρατίας Δ, και ζητούν την αποκατάσταση της Συνταγματικής τάξης θεωρώντας την εισβολή απειλή για την διεθνή ειρήνη και ασφάλεια.
Εξίσου ρητά με μια εξαιρετικά σημαντική διατύπωση που αφορά ευθέως τις διαπραγματεύσεις, ζητούν:
«την αποχώρηση χωρίς καθυστέρηση όλου του στρατιωτικού προσωπικού» και γίνεται σαφές ότι στις διαπραγματεύσεις επίλυσης της κρίσης «Δεν θα επηρεαστούν» από τα πλεονεκτήματα που αποκτήθηκαν από τις πολεμικές επιχειρήσεις»
Ερωτάται: Γιατί εμείς συνεχίζουμε να αφήνουμε τρίτους, όποιοι και να είναι αυτοί, να εκπέμπουν ιδέες αδιέξοδων ρυθμίσεων που νομιμοποιούν, ακριβώς, την παράνομη άσκηση βίας, τα παράνομα τετελεσμένα και που όχι μόνο καταργούν ένα κυρίαρχο κράτος αλλάζοντας με νέα Συνθήκη την διεθνή τάξη αλλά επιπλέον αναπόδραστα οδηγούν σε αστάθεια που θέτει σε κίνδυνο την διεθνή και περιφερειακή ασφάλεια;!
Μήπως υπάρχει κάποιος ή κάτι που υπερισχύει των Υψηλών Αρχών του καθεστώτος της κρατικής κυριαρχίας; Νομικά, πολιτικά και διαπραγματευτικά μιλώντας, η απάντηση είναι: Απολύτως ΟΧΙ.
Εξίσου σημαντική εάν όχι περισσότερο σημαντική και μεγάλο υπέρτερο και ακλόνητο έρεισμα για την Κυπριακή Δημοκρατία είναι η απόφαση του ΣΑ 541 του 1983 μια δεκαετία μετά την παράνομη εισβολή και τα παράνομα τετελεσμένα.
Όπως και οι άλλες αποφάσεις, αυτή πολύ περισσότερο και σε συνδυασμό με τις αποφάσεις του 1974, ορίζει επακριβώς ποιος και πως διατάραξε την διεθνή τάξη.
Αυτές οι αποφάσεις μαζί και οι υψηλές αρχές του Καταστατικού Χάρτη λογικό είναι να αποτελούν διαπραγματευτική σημαία και κόκκινη γραμμή μιας νέας διαπραγματευτικής προσέγγισης συμβατής με τον ρόλο του ΟΗΕ και του Συμβουλίου Ασφαλείας και όχι κάποιο φανταστικό και ανύπαρκτο ρόλο. Με την απόφαση 541, επιπρόσθετα, ξεκαθαρίζεται ότι:
«Η απόπειρα να δημιουργηθεί μια ”Τουρκοκυπριακή Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου” είναι άκυρη, επιδεινώνει την κατάσταση της Κύπρου, καλεί την τουρκική πλευρά να την αποσύρει» και διευκρινίζει για ακόμη μια φορά ότι υπάρχει ένα μόνο κράτος και μόνο μια κρατική κυριαρχία, αυτή της Κυπριακής Δημοκρατίας την οποία κανείς δεν μπορεί να καταλύσει παρά μόνο εάν εμείς οι ίδιοι αυτοκτονήσουμε κρατικά. Αυτό απαιτούν οι Τούρκοι και θα ήταν αυτοκτονικά ανορθολογικό να μην απορριφθεί κάθετα και ανυποχώρητα.
Για αποφυγή κάθε αθέλητης ή ηθελημένης παρανόησης, γίνεται σαφές ότι δεν μιλάμε για κάποια αντιπαράθεση με όργανα του ΟΗΕ ή αντιπροσώπους τους αλλά για αξίωση ενός κυρίαρχου κράτους-μέλους να συμμορφωθούν όλοι –συμπεριλαμβανομένου του Συμβουλίου Ασφαλείας – με τις Υψηλές Καταστατικές Αρχές του Χάρτη.
Θύμα και θύτης
Αυτά είναι τα κόκκινα σύνορα των νομικών και πολιτικών όψεων του καθεστώτος της κρατικής κυριαρχίας τα οποία εάν παραβιαστούν δεν συντελείται μόνο μια ακραία παρανομία αλλά δημιουργούνται προϋποθέσεις αστάθειας για την διεθνή ειρήνη και ασφάλεια.
Είναι ξεκάθαρο ποιος είναι θύμα και θύτης παρανομίας και την υψηλότερη όλων των αρχών του σύγχρονου πολιτικού πολιτισμού που όπως είπαμε ρητά διατυπώνεται στο Άρθρο 2 του Χάρτη: Κανείς και ποτέ δεν έχει δικαιοδοσία ανάμειξης στις εσωτερικές υποθέσεις ενός κράτους-μέλους και ότι ο ρόλος του ΣΑ είναι να αποκαταστήσει την διεθνή τάξη και νομιμότητα και όχι να ευνοήσει τον θύτη, να εξοντώσει το θύμα κράτος-μέλος και να δημιουργήσει προϋποθέσεις διεθνούς αστάθειας.
Έφθασε η στιγμή χωρίς καμιά άλλη επιλογή με πρωτοβουλία του Ελληνικού κράτους και πείθοντας την Κυπριακή Δημοκρατία που δεν κείται μακράν και καλά κάνουμε να το αντιληφθούμε πριν το καταλάβουμε πικρά ότι απαιτείται να επανατοποθετηθεί το Κυπριακό στην βάση της διεθνούς και ευρωπαϊκής νομιμότητας.
Να αξιωθεί από το Συμβούλιο Ασφαλείας και όλα τα όργανα και τους αντιπροσώπους του διεθνούς αυτού οργανισμού, εμπράγματα:
1ον. Να εκπληρωθούν οι πρόνοιες του Καταστατικού Χάρτη
2ον. Να παρακαμφθούν και εξαφανιστούν λαθραία καταγεγραμμένες θολές, παράνομες και αποδεδειγμένα αδιέξοδες διατυπώσεις για το εσωτερικό καθεστώς ενός κυρίαρχου κράτους-μέλους.
Αυτές οι διαπραγματευτικές θέσεις είναι εκ αντικειμένου μονόδρομος εάν θέλουμε να είμαστε αξιόπιστο κράτος.
Στην αρχή πιο πάνω εξηγήθηκε ότι δεν υπάρχει καμιά λογική να χειροτερέψει η κατάσταση με αναγνώριση των παράνομων τετελεσμένων, κατάργηση της ΚΔ και δημιουργία προϋποθέσεων αστάθειας.
Τέλος, προκαλεί θλίψη όταν επίσημοι Ελλαδικοί και Κυπριακοί παράγοντες κρατούν αυτοκτονικές σημαίες πάνω στις οποίες είναι γραμμένη παράνομη φράση «Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία με πολιτική ισότητα». Ουδέν άλλο σχόλιο πέραν της ελπίδας η προαναφερθείσα ανάλυση να έγινε επαρκώς κατανοητή ενώ είμαστε έτοιμοι για διάλογο για τα πιο πάνω νομικά, θεσμικά, πολιτικά και στρατηγικά επιχειρήματα.