Τους είπαν «σπάστε το σκαρί» και το έσπασαν



Μ’ αυτή την εντολή, 15000 περίπου μοναδικά ξύλινα σκάφη κομματιάστηκαν μέσα σε λίγα λεπτά.

Η μπουλντόζα έβαλε τα δόντια της στα σπλάχνα της καρίνας και την ξεκοίλιασε. Χτύπησε με δύναμη την κουβέρτα κι αλλού το πέτσωμα, αλλού το ζωνάρι.
Η καμπίνα έγινε κομμάτια και το παράθυρό της θρύψαλα.
Κάποτε, πολλά Κυριακάτικα πρωινά, τα περνούσα στο καρνάγιο, για τη μυρωδιά του κατραμιού, τα μισόχτιστα σκαριά, τις σκουριασμένες αλυσίδες και τις πλωριές γοργόνες.
Τώρα θλίψη! Η οικογένεια των Γλάρων είναι ακόμα εκεί. Δεν χτίζουν πια καράβια. Μερεμετίζουν μόνο κάποια παλιά, δυσκολεύονται, νοσταλγούν κι έχουν την απορία.
Γιατί να ρίξουν στις χωματερές τέτοια καράβια, τόσο μεράκι, τόση ιστορία; Γιατί να ρημάξουν έτσι το καρνάγιο; Στα παράλια της Τουρκίας έχουν στηθεί πάνω από 500 μικρά και μεγάλα ναυπηγεία. Εδώ γιατί πλήρωσαν ακριβά για την καταστροφή;
Σπάστε το σκαρί! Αυτό που ο καπετάνιος του σεβάστηκε το «Εφτά. Σε παίρνει αριστερά, μην το ζορίζεις» και δεν το ζόρισε. Σεβάστηκε και τα νερά και τους αέρηδες.
Οι Βρυξέλλες, το 1991, έδωσαν την εντολή γενοκτονίας των καϊκιών και ο πατέρας όλης της απέθαντης φάρας των βρυκολάκων, υπάκουσε. Πρόσχημα η υπεραλίευση. Μέσα σε λίγες εβδομάδες από τις πρώτες «εκτελέσεις» σκαφών, στ’ ανοιχτά του κόλπου του Πανόρμου, ανάμεσα σε Κάλυμνο και Αστυπαλιά, περνούσαν τεράστια, σαν τάνκερ, αλιευτικά με ιταλική κυρίως σημαία. Υπεραλίευση, χωρίς κυρώσεις κι εξαφανισμένους όλους τους γηγενείς ανταγωνιστές.
Σκάφη που χτίστηκαν σε παραδοσιακά καρνάγια από τεχνίτες καραβομαραγκούς, που πλάνεψαν τα ίσαλα και περιποιήθηκαν τα ύφαλα, σκάφη που καλαφατίστηκαν με μεράκι, που οι τζαβέτες μπήκαν μαλακά για να μην πληγώσουν την καρίνα, σκάφη που άντεξαν φουρτούνες κι έθρεψαν χιλιάδες οικογένειες έγιναν κομμάτια και θρύψαλα.
Σπάστε το σκαρί.
Και η εντολή ήταν αμείλικτη. Να μη μείνει τίποτα που να θυμίζει. Πολλοί καπετάνιοι παρακάλεσαν να πάρουν το τιμόνι ή την πλωριά γοργόνα, τη λαξεμένη κυρτή πλώρη. Τίποτα! Η εντολή ήταν, ολοσχερής θάνατος.
Στα σκοπευτήρια των καϊκιών, οι εκτελέσεις έγιναν και γίνονται παρουσία λιμενικού, που αφού επιβλέψει την απόλυτη καταστροφή, υπογράφει το «πιστοποιητικό θανάτου», με την αδιανόητη επωδό, «λυπάμαι, τη δουλειά μου κάνω».
Έτσι, ο τόπος με τη μεγαλύτερη ακτογραμμή, έμεινε ανοχύρωτος.
Γκρεμίστηκε το Ξύλινο Τείχος, η ιστορία, η ναυτοσύνη, η καραβομαραγκοσύνη μας.
Η Κάλυμνος είχε δυο πρωτιές στην Ευρώπη. Τα πολλά παιδιά και το μεγαλύτερο αλιευτικό στόλο. Τώρα ούτε παιδιά, ούτε καΐκια. Μόνο ένα νέο κύμα μετανάστευσης στο καυτό Ντάργουιν.
Σπάστε το σκαρί. Το τρεχαντήρι, το πέραμα, το καραβόσκαρο, το λιαντίνι.
Αν το φάντασμα του Henry Miller, του φωτογράφου που στη δεκαετία του’60 ταξίδεψε όλο το Αιγαίο και αποτύπωσε την ομορφιά όλων των καϊκιών, ερχόταν ξανά, δε θα έβρισκε ούτε ξεκοιλιασμένα σκαριά γιατί η εντολή ήταν «και μετά κάψτε τα».
Σπάστε το σκαρί και μετά κάψτε το. Μόνο που το σκαρί είναι τελικά όλη η χώρα.
Μετά είπαν ξεριζώστε τα τεύτλα. Κι επιδότησαν. Κι έκλεισαν όλα τα εργοστάσια της ζάχαρης προς δόξαν της Γερμανικής ζαχαροβιομηχανίας.
Σε λίγο θα πουν, ξεριζώστε τις ελιές. Το λένε ήδη. Και θα επιδοτήσουν..
Πέρασα την Κυριακή από το καρνάγιο. Μόνο λίγα παλιά σκαριά για μερεμέτισμα.
Ούτε μια πλωριά γοργόνα!
Ένα από τα πολλά εγκλήματα που αυτή η πουλημένη φάρα των ευρω-πολιτικών θα πρέπει μια μέρα να λογοδοτήσει.


Αντιγόνη Ιωαννίδου

Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας εδώ

Νεότερη Παλαιότερη