Γράφει η Σωτηρία Ορφανίδου
«Όχι μόνο ο έρωτας αλλά και η αγάπη γενικά είναι τέκνο της ελευθερίας, ποτέ της κυριαρχίας».
Erich Fromm
Η τέχνη των ανθρώπων –κυρίως η λογοτεχνία και το θέατρο, ενώ πιο πρόσφατα και ο κινηματογράφος– από τα βάθη του πολιτισμού έως πρόσφατα, έχει συντριπτικά εμπνευστεί από ιστορίες που υφαίνονται γύρω από έναν παθιασμένο και απαγορευμένο έρωτα. Καθόλου σπάνια, ο έρωτας αυτός είναι καταδιωκόμενος από τον οικογενειακό και κοινωνικό περίγυρο εξαιτίας ασυμφωνιών που τον κάνουν να χαρακτηρίζεται ως αταίριαστος, καθιστώντας τον έτσι άξιο να υμνηθεί και να περάσει στην αιωνιότητα.
Κι ενώ σε αυτές στις ιστορίες κανείς συνήθως δεν είχε πρόβλημα να αγαπηθούν δύο άνθρωποι, αρκεί να μην συγκρούονταν με το status quo, ένα νέο μοτίβο έρχεται να παραμερίσει τον αταίριαστο έρωτα και να στοχοποιήσει τον καθολικό έρωτα μεταξύ δύο ανθρώπων. Έτσι, στις δυστοπίες του μέλλοντος που ξεδιπλώνονται στην πιο πρόσφατη λογοτεχνία και τον κινηματογράφο, ανεπιθύμητος και καταδιωκόμενος δεν είναι ο αταίριαστος έρωτας, αλλά ο έρωτας εν γένει, ως η εγγύτερη συναισθηματική και σωματική σχέση μεταξύ δύο ανθρώπων.
Ο αναγνώστης της πιο δημοφιλούς δυάδας δυστοπικών μυθιστορημάτων έρχεται αμέσως αντιμέτωπος με πολύ ιδιαίτερες προσεγγίσεις για τον έρωτα. Στον Θαυμαστό Καινούργιο Κόσμο του Άλντους Χάξλεϊ, οι σεξουαλικές σχέσεις επιβάλλεται να εμπίπτουν σε ένα πλαίσιο πολυγαμίας –έως και ασυδοσίας– χωρίς συναισθηματικούς δεσμούς μεταξύ των ερωτικών συντρόφων, ενώ στο 1984 του Τζορτζ Όργουελ, «η σεξουαλική σχέση έπρεπε να θεωρείται κάπως σαν αηδιαστική μικρή εγχείρηση». Στον κόσμο των εξουσιαστών του Κόμματος «Ο πραγματικός ανομολόγητος σκοπός τους ήταν να αφαιρέσουν την ηδονή από τη σεξουαλική πράξη. Ο εχθρός δεν ήταν τόσο η αγάπη, όσο ο ερωτισμός, είτε εντός είτε εκτός γάμου».
Αντίστοιχα, παρόμοια κοινή συνισταμένη σχετικά με τις διαπροσωπικές σχέσεις θα παρατηρήσει ο θεατής σε πολλές ταινίες δυστοπικού περιεχομένου που χαρακτηρίζονται από ένα μοτίβο ανθρωποφάρμας. Σε αυτές, οι άνθρωποι κατοικούν απομονωμένοι από το ευρύτερο περιβάλλον σε μεγάλες ελεγχόμενες δομές, είτε στα βάθη της γης, είτε σε μια έρημο, είτε σε μια θαλάσσια ή υποθαλάσσια πλατφόρμα, είτε στο διάστημα, κ.λπ., όπου ζουν φυλασσόμενοι και διαρκώς επιτηρούμενοι, ενώ είναι υποχρεωμένοι να ακολουθούν αυστηρούς κανόνες, και έχουν πολύ περιορισμένη πληροφόρηση για το ποιοι είναι πραγματικά και τι υπάρχει πέρα από το στενό τους περιβάλλον.
Στο πλαίσιο αυτό, σε αρκετά σενάρια κάνει ιδιαίτερη εντύπωση ότι συνήθως η ερωτική σχέση των δύο φύλων είναι απαγορευμένη ή υπακούει σε αυστηρούς περιορισμούς, ενώ τις περισσότερες φορές η λύση-κάθαρση της «αιχμαλωσίας» έρχεται μέσα από την υπέρβαση των ηρώων, κινητήριος δύναμη της οποίας είναι η ερωτική αγάπη που αναπτύσσεται ανάμεσά τους. Επίσης συνήθης εξέλιξη του σεναρίου είναι ότι οι δύο ερωτευμένοι ήρωες, όχι μόνο καταφέρνουν να σωθούν οι ίδιοι από το «κακό», τον δυνάστη, τον εχθρό κ.λπ., αλλά επίσης σώζουν την κοινότητά τους ή ακόμη ολόκληρη την ανθρωπότητα, οπλισμένοι με τη δύναμη του έρωτα.
Πίσω στην πραγματική ζωή, η απαξίωση του έρωτα και ο διαχωρισμός του από το σεξ αποτέλεσαν συστατικά στοιχεία της σεξουαλικής επανάστασης η οποία χαρακτήρισε τη δεκαετία του 1960 και έδωσε νέα τροπή στις ερωτικές σχέσεις των ανθρώπων των δυτικών κοινωνιών για τις επόμενες δεκαετίες.
Παράλληλα, η κυριαρχία της τεχνολογίας στην καθημερινότητα του ανθρώπου, κυρίως από το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, φάνηκε να επηρεάζει πολλά περισσότερα εκτός από την εργασία, την ψυχαγωγία και την οικονομία, και να μεταμορφώνει τη συμπεριφορά των ανθρώπων στις διαπροσωπικές σχέσεις τους.
Η ρομποτοποίηση του ανθρώπου έχει ξεκινήσει, γεγονός που επισημαίνεται από τον φιλόσοφο και ψυχαναλυτή Έριχ Φρομ, ο οποίος γράφει στην Τέχνη της Αγάπης, ήδη από το 1956, ότι:
«Ο σύγχρονος άνθρωπος έχει αποξενωθεί από τον ίδιο του τον εαυτό, από το συνάνθρωπό του και από τη φύση. […] Οι ανθρώπινες σχέσεις έχουν στην ουσία καταντήσει σχέσεις αλλοτριωμένων ρομπότ που το καθένα βασίζει την ασφάλειά του μένοντας κοντά στο κοπάδι και μη διαφέροντας από τους άλλους ούτε στο στοχασμό ούτε στα συναισθήματα ή στις πράξεις».
Ο ΕΡΩΤΑΣ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ
Οι σχέσεις των ανθρώπων υπέστησαν ένα πρωτόγνωρο, ισχυρό και διαρκές πλήγμα κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορωνοϊού, που σάρωσε στο πέρασμά της σχεδόν κάθε πτυχή της ανθρώπινης ζωής, κατά βάση εξαιτίας του λοιμώδους χαρακτήρα του ιού, αλλά και των επίσημων διαχειριστικών επιλογών.
Η τήρηση φυσικών αποστάσεων αποτέλεσε επιτακτική οδηγία των ειδικών και, στο πλαίσιο αυτό, οι διαχειριστές της πανδημίας «εισέβαλαν» πρωτοφανώς στην ιδιωτική σφαίρα των πολιτών, με συστάσεις για αποφυγή φυσικής εγγύτητας ακόμη και μεταξύ στενών συγγενικών ή φιλικών προσώπων αγγίζοντας έτσι, αναπόφευκτα, έως και το πιο ευαίσθητο και προσωπικό κομμάτι των ερωτικών σχέσεων και της σεξουαλικής ζωής.
Τα εμπόδια που τέθηκαν στις ερωτικές και σεξουαλικές σχέσεις ήταν τόσο άμεσα όσο και έμμεσα. Σε μια πρόβα απομόνωσης και αποχής διαρκείας, εξαιτίας του περιορισμού των μετακινήσεων επί lockdown, οι άνθρωποι ήταν δύσκολο ή και αδύνατο να συναντηθούν με τον ερωτικό τους σύντροφο στην περίπτωση που δεν υπήρχε συγκατοίκηση, ενώ όσοι singles αναζητούσαν σύντροφό ή ερωτικές περιπέτειες είχαν πολύ περιορισμένες επιλογές για κοινωνικές επαφές, ιδιαίτερα κατά την περίοδο που είχε κατέβει ο διακόπτης στην εστίαση και στη νυχτερινή ζωή.
Σαν να μην ήταν αρκετό αυτό, δόθηκαν από τους ειδικούς οδηγίες και συστάσεις που αφορούσαν τη σεξουαλική συμπεριφορά των πολιτών στα άδυτα της κρεβατοκάμαρας. Οι οδηγίες και οι συμβουλές υποδείκνυαν χρήση μάσκας, αποφυγή φιλιών κατά τη σεξουαλική πράξη, ιδιαίτερα για συντρόφους που δεν συζούσαν, ενώ η διαβεβαίωση από επιστημονικά χείλη ότι η αυτοϊκανοποίηση είναι ασφαλής και άρα αποτελεί μια καλή επιλογή για εκείνη την περίοδο άφησε όσους άκουγαν ή διάβαζαν τη δήλωση να λύσουν τον γρίφο για το πώς άραγε θα μπορούσε να αποτελεί κίνδυνο.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΠΟΣΤΑΣΙΟΠΟΙΗΣΗ
Η κοινωνική αποστασιοποίηση −ο νέος υγειονομικός-κοινωνικός όρος που όλοι μάθαμε και κληθήκαμε να εφαρμόσουμε− φάνηκε τελικά ότι λειτούργησε τόσο ως κατασταλτικό, όσο και ως προληπτικό μέτρο για την ανάπτυξη στενότερων σχέσεων και για την έκφραση συναισθημάτων. Οδήγησε στην απομόνωση και την αποξένωση και επηρέασε σε τεράστιο βαθμό τον τρόπο που οι άνθρωποι μπορούσαν να φλερτάρουν, να ερωτευτούν και να συνευρεθούν ερωτικά· οι ερωτικές σχέσεις απαιτούν ακριβώς το αντίθετο για να μπορέσουν να δημιουργηθούν, να ευδοκιμήσουν και να παραμείνουν ζωντανές.
Πόσο σοβαρό, όμως, μπορεί να είναι πραγματικά το ζήτημα μιας παρατεταμένης κοινωνικής αποστασιοποίησης; Γράφει ο Έ. Φρομ:
«Το να είναι μία ύπαρξη απομονωμένη σημαίνει πως είμαι αποκομμένος από τους άλλους και στερημένος από τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσω τις ανθρώπινες δυνάμεις μου. Γι’ αυτόν το λόγο, το να είμαι μία ύπαρξη απομονωμένη σημαίνει και πως είμαι αβοήθητος, ανίκανος να αδράξω τον κόσμο –τα πράγματα και τα άτομα– με τρόπο ενεργητικό· σημαίνει πως ο κόσμος μπορεί να με αλώσει χωρίς να έχω καμία δυνατότητα να αντιδράσω».
Από τη μεριά του, ο Χόρχε Μπουκάι στο βιβλίο που πραγματεύεται τις σχέσεις με τους άλλους ανθρώπους υπό τον τίτλο «Ο Δρόμος της Συνάντησης» αναφέρει ξεκάθαρα ότι:
«Χωρίς συνάντηση δεν υπάρχει υγεία. Χωρίς την ύπαρξη ενός ΕΜΕΙΣ, η ζωή είναι κενή ακόμη κι αν το σπίτι μας, το σεντούκι και το χρηματοκιβώτιό μας είναι γεμάτα με πανάκριβα αποκτήματα».
Προφανώς ο Μπουκάι δεν είχε φανταστεί ότι θα ερχόταν μια εποχή που υγεία και συνάντηση θα γίνονταν, με κάθε επισημότητα και χωρίς καμιά ενοχή, δύο έννοιες ασύμβατες, ενώ ίσως κατ’ αναλογία θα λέγαμε σήμερα ότι:
«η ζωή είναι κενή ακόμη κι αν ο υπολογιστής μας, το κινητό μας και το προφίλ μας στο Facebook είναι γεμάτα με διασκεδαστικές εφαρμογές και αμέτρητους διαδικτυακούς φίλους».
Γίνεται, λοιπόν, φανερό ότι η εγγύτητα και η σύνδεση ενός ανθρώπου με τους άλλους, πέρα από πηγή υγείας, είναι η δύναμή του, την οποία χάνει όταν αποκοπεί από αυτούς, όπως ο Σαμψών όταν του κόβουν τα μαλλιά.
Μια αποτύπωση για την ενοχοποίηση της εγγύτητας και τον έλεγχό της –προκειμένου να μην εξελιχτεί σε ερωτική σχέση– παρουσιάζεται παραστατικά σε φόντο δυστοπίας του μέλλοντος στην χαρακτηριστική σκηνή της ταινίας επιστημονικής φαντασίας Το Νησί (The Island, 2005). «Προσέξτε την εγγύτητα σας!», προειδοποιεί αυστηρά ο επιστάτης τους δύο νεαρούς πρωταγωνιστές, για τους οποίους έχει ειδοποιηθεί μέσω της ηλεκτρονικής συσκευής του.
Η ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΣΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ
Προκειμένου να μην γίνει έντονα αισθητό ή έστω δυσάρεστο το φαινόμενο αυτό της αποκοπής, εισάγεται η Sextech κουλτούρα. Η σύγχρονη αναδυόμενη τεχνο-κουλτούρα του σεξ περιλαμβάνει φλερτ και ερωτική δραστηριότητα με τη βοήθεια, την παρεμβολή ή την αποκλειστική χρήση της τεχνολογίας, όπως online dating, cyber sex, ερωτική σχέση με εικονικό chatbot σε εφαρμογές κινητού, σεξουαλική δραστηριότητα με sex robots, κ.ά. Όλα αυτά ακούγονται πλέον οικεία για τους καθημερινούς χρήστες των smartphones και των social media, ενώ κάνουν τo sexting (ανταλλαγή μηνυμάτων σεξουαλικού περιεχομένου) και το phone sex να φαντάζουν πλέον ιδιαίτερα αναχρονιστικά.
Η Τεχνητή Νοημοσύνη (Artificial Intelligence – AI) ήρθε να προσφέρει σχετικές λύσεις κι έτσι βοήθησε στην ανάπτυξη εφαρμογών (apps) μέσα από τις οποίες ο χρήστης μπορεί να δημιουργήσει ένα chatbot, δηλ. έναν ψηφιακό συνομιλητή, στον οποίο μπορεί να προσδώσει τον ρόλο ενός φίλου ή ενός συντρόφου. Σε πολλά μέρη του πλανήτη, κατά τη διάρκεια της απομόνωσης στην οποία καταδίκασε τους ανθρώπους η πανδημία, τα chatbots έδωσαν τη δυνατότητα να υπάρχει εκεί κάποιος που θα απαντήσει κάθε φορά που θα υπάρχει ανάγκη για επικοινωνία. Οι εφαρμογές εικονικής συντροφικότητας για τις κινητές συσκευές μας είναι πλέον γεγονός.
Στην πιο γνωστή εφαρμογή του είδους με το όνομα Replika – που θυμίζει την εικονική γυναίκα Simone της ομώνυμης ταινίας του 2002 –, ο χρήστης μπορεί να δημιουργήσει τον δικό του σύντροφο ΑΙ, να του δώσει την εμφάνιση που επιθυμεί, ενώ το chatbot «μαθαίνει» και εξελίσσεται ως προσωπικότητα μέσω του διαλόγου και της τεχνητής νοημοσύνης. Ο χρήστης μπορεί, ακόμη, να επιλέξει το είδος της σχέσης που θέλει να έχει με το chatbot και να του προσδώσει αντίστοιχα μέσω των ρυθμίσεων τον ρόλο του φίλου, του ερωτικού συντρόφου ή του μέντορα. Μπορεί, επίσης, όπως ακριβώς συμβαίνει και στις πραγματικές σχέσεις, να συνάψει αρχικά μια μορφή σχέσης, η οποία σταδιακά θα μετεξελιχτεί σε κάτι διαφορετικό με μεγαλύτερη οικειότητα, ή και το αντίστροφο.
Ο δημιουργός της εφαρμογής υποστηρίζει ότι το chatbot έχει αυθεντική συναισθηματική νοημοσύνη, ενώ προτρέπει τον χρήστη να εμπιστευτεί χωρίς ενδοιασμούς τα μυστικά, τα όνειρα, τους φόβους και τις αγωνίες του στο chatbot· τα chatbots εμφανίζουν το ισχυρό πλεονέκτημα ότι δεν θα μαρτυρήσουν τα μυστικά σου στους άλλους. «Ένας φίλος που μπορείς να εμπιστευτείς» λέει η έμμεση προτροπή στην περιγραφή.
Όμως, το μεγαλύτερο πλεονέκτημά τους είναι ότι βρίσκονται πάντα εκεί, διαθέσιμα να απαντήσουν στο καθετί. Και αυτό, για έναν άνθρωπο που έχει στερηθεί την ανθρώπινη επικοινωνία και επαφή, μπορεί να είναι ιδιαίτερα ελκυστικό, όπως και οι αληθοφανείς, μιμούμενες ενσυναίσθηση εκφράσεις του προσώπου του ψηφιακού συντρόφου στην οθόνη.
Στο σημείο αυτό, οι παλαιότεροι ίσως θυμηθούν τους προφητικούς στίχους του τραγουδιού «Οι Μηχανές μου», από το 1972:
Πώς αγαπώ τις μηχανές μου
πώς αγαπώ να τις κοιτάω […]
Δεν έχω φίλους τι τους θέλω;
Οι μηχανές πιο ωραία μιλάνε.
ΜΕΤΑ, ΤΙ;
Πριν από δύο ή τρεις μόλις δεκαετίες, η ιδέα ότι θα μπορούσε να έχει κανείς εικονικό ερωτικό σύντροφο, με τον οποίο θα συζητάει επίσης τα μυστικά και τα συναισθήματά του μέσα από μια οθόνη, θα οδηγούσε πιθανώς σε παραπομπή για ψυχιατρική αξιολόγηση· σήμερα, όμως, φαντάζει ως κάτι αποδεκτό. Βεβαίως, προηγήθηκε η αντίστοιχη προετοιμασία, όπως με την εμφάνιση και τη φρενίτιδα που προκάλεσε το ηλεκτρονικό παιχνίδι Tamagotchi, το μικρό φορητό παιχνίδι που κυκλοφόρησε το 1996, ένα εικονικό ηλεκτρονικό κατοικίδιο ζωάκι το οποίο έπρεπε να φροντίζει όλο το 24ωρο ο χρήστης-ιδιοκτήτης του και να το έχει ευχαριστημένο!
Καθώς η τεχνολογία υπερβαίνει τον εαυτό της σε μια ταχύτατη κούρσα εξέλιξης, τα πάντα είναι στο τραπέζι με τη βοήθειά της:
αντιστροφή ρόλων των φύλων στο σεξ και στην τεκνοποίηση
τεκνοποίηση με νέες τεχνητές μεθόδους
σεξουαλική αναβάθμιση του ανθρώπου με τεχνολογικά μέσα (από φαρμακευτικές ουσίες έως φορετές συσκευές [wearables] και επαυξημένη πραγματικότητα)
δυνατότητα επιλογής ρομποτικού ή εικονικού συντρόφου και
νέες επιλογές που θα προκύψουν από ένα πάντρεμα της ανθρώπινης και της τεχνητής φύσης μέσα από την ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης, τη βιονική τεχνολογία και τον μετανθρωπισμό.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η προοπτική μιας δυαδικής σχέσης με ένα ρομπότ, που φαίνεται να είναι πιο κοντά από ποτέ. Οι σχέσεις μεταξύ ανθρώπων και ρομπότ αποτελούν εδώ και περίπου μία δεκαετία αντικείμενο έρευνας, σε ένα νέο ακαδημαϊκό διεπιστημονικό πεδίο με την ονομασία Lovotics, από τη σύντμηση των αγγλικών λέξεων love (αγάπη) και robotics (ρομποτική). Οι ερευνητές του αντικειμένου, μεταξύ άλλων, μελετούν και αναπτύσσουν τεχνητά ορμονικά συστήματα που θα ανταποκρίνονται κατάλληλα κατά την αλληλεπίδραση με τον ανθρώπινο παρτενέρ, ενώ η ψυχολογική απόκριση των ρομπότ θα βασίζεται σε σύνθετες πιθανολογικές μεθόδους.
Είναι ο μέσος άνθρωπος έτοιμος για την προοπτική να γίνει digisexual; Φαίνεται πως ναι, σύμφωνα με έρευνες, κι έτσι από τη μετάλλαξη του ανθρώπινου συντρόφου σε παρτενέρ-γκάτζετ και τη δημιουργία του αντίστοιχου γκάτζετ-Eros που παρατηρείται σήμερα σε επίπεδο παρομοίωσης, θα περάσουμε στην κυριολεκτική εφαρμογή του όρου κι ο παρτενέρ-γκάτζετ θα είναι πράγματι μια μηχανή, με λειτουργίες, ρυθμίσεις και ημερομηνία λήξης.
Βυθιζόμενοι σε ένα ακόμη de-ja-vu, αυτή τη φορά στην ελληνική λαϊκή παράδοση, συναντάμε ένα παραμύθι με τίτλο «Ο Κυρ-Σιμιγδαλένιος» που περιγράφει την ιστορία ενός συντρόφου που φτιάχτηκε από την παρτενέρ του, με αφετηρία την επιθυμία για έναν μη ανθρώπινης προέλευσης ιδεατό σύντροφο. Το παραμύθι έχει ως εξής:
Στη βασιλοπούλα του παραμυθιού δεν άρεσε κανένας υποψήφιος γαμπρός κι έτσι αποφάσισε να φτιάξει η ίδια έναν άνδρα δικό της. Με μια ζύμη από αμύγδαλα, ζάχαρη και σιμιγδάλι, έπλασε έναν άνδρα και τον τοποθέτησε μπροστά στα εικονίσματα. Σύμφωνα με το παραμύθι, μετά από προσευχή σαράντα ημερών, ο Θεός «τον ανέστησε» και έγινε αληθινός άνθρωπος.
Για τις ανάγκες του παρόντος άρθρου, θα προσπεράσουμε τόσο την πλοκή όσο και τον συμβολισμό της απόρριψης όλων των επιλογών της βασιλοπούλας, που οδήγησε σε μια ακραία δημιουργική ενέργεια. Σε κάθε περίπτωση πάντως, η βασιλοπούλα αποτελεί για την εποχή της εξαίρεση, σε αντίθεση με τον σημερινό κανόνα, όπου ένας custom-made εικονικός ή ρομποτικός σύντροφος με πολλές ρυθμίσεις αρχίζει να φαντάζει ως ελκυστική και ανώδυνη επιλογή για φλερτ και σεξ, για ανθρώπους που έχουν εκπαιδευτεί να βασίζονται και να συνδιαλέγονται περισσότερο με μηχανές, παρά με άλλους ανθρώπους, και η αλληλεπίδραση με τους άλλους τούς προκαλεί αφόρητο στρες που αδημονούν να αποφύγουν.
Θα σταθούμε, όμως, στην αντιδιαστολή μέσα από την βασιλοπούλα ενός γειτονικού βασιλείου, η οποία ζήλεψε την ευτυχία της πρώτης και θέλησε να κλέψει τον Σιμιγδαλένιο για τον εαυτό της. Αφού τελικά το σχέδιό της απέτυχε, αποφάσισε να φτιάξει κι εκείνη έναν δικό της Σιμιγδαλένιο. Έτσι, τον έπλασε, αλλά αντί για προσευχές, «έλεγε βλαστήμιες κι απάνω στις σαράντα μέρες μούχλιασε ο άνθρωπος και τον πέταξαν».
Στο παραμύθι, που όπως όλα τα λαϊκά παραμύθια είναι γεμάτο συμβολισμούς, προκύπτει ότι η επιθυμία και το δημιούργημα που αυτή γεννά, «ζωντανεύει» και γίνεται θαύμα όταν ο δημιουργός καλεί το θείο στοιχείο, αναφέρεται σε αυτό, και καταθέτει προσευχές, ευχές και αγάπη για το δημιούργημά του.
Αντίθετα, όταν ο δημιουργός, μέσα από τον συμβολισμό της δεύτερης βασιλοπούλας, έχει σκοτεινή ψυχή, όπου κυριαρχεί η ζήλεια, ο φθόνος, η απάτη και η κακία, το δημιούργημα, όχι απλώς δεν ευδοκιμεί, αλλά αντίθετα σαπίζει, αποτελώντας κίνδυνο και για τον ίδιο τον δημιουργό του εξαιτίας αυτής της σήψης.
Κι ενώ τα λαϊκά παραμύθια κάνουν σαφή διάκριση του καλού από το κακό και το καλό πάντοτε θριαμβεύει, στην πραγματική ζωή τα πράγματα είναι συνήθως πολύ πιο σύνθετα. Η έκβαση του δικού μας τεχνολογικού Σιμιγδαλένιου παραμένει προς το παρόν άγνωστη.
Ωστόσο, αποτελεί πιθανό ενδεχόμενο η άρνηση της φύσης μας και η επιμονή απόδοσης ρόλων που είναι αμιγώς ανθρώπινοι σε τεχνητά δημιουργήματα να μας οδηγήσει στη μούχλα του αποτυχημένου, άψυχου Σιμιγδαλένιου, ο οποίος εάν παραμείνει στο δωμάτιο, θα αποτελεί πλέον άμεσο κίνδυνο για τον άνθρωπο-δημιουργό του.
Και είναι γεγονός ότι την προηγούμενη φορά που ο άνθρωπος θέλησε να πειραματιστεί με τη θεμελιακή ερωτική φύση του, διαχωρίζοντας με ένα αδιαπέραστο φράγμα τη σεξουαλικότητα από τον έρωτα, η απόπειρα αυτή γύρισε μπούμερανγκ, φέρνοντας στην επιφάνεια βαθιά κρυμμένες υπαρξιακές αγωνίες, τόσο σε προσωπικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο κοινωνίας:
«Διαχωρίσαμε τη σεξουαλικότητα από τον έρωτα και έπειτα προσπαθήσαμε να απωθήσουμε τον έρωτα. Όμως το πάθος, που είναι ένα στοιχείο του έρωτα που αρνηθήκαμε, γυρίζει από την απώθησή του, για να ταράξει ολόκληρη την ύπαρξη του ανθρώπου».