Σε “μητέρα των μαχών” αναμένεται να μετατραπεί η σύγκρουση της κυβέρνησης με τους υγειονομικούς εν όψει των αναστολών εργασίας και της υποχρεωτικότητας των εμβολιασμών από τις αρχές Σεπτεμβρίου. Ήδη η εβδομάδα που ξεκινά θα είναι καυτή και από την έκβαση των “εχθροπραξιών” θα επηρεαστούν καθοριστικά και οι πολιτικές εξελίξεις. Άλλωστε ο νέες συγκεντρώσεις που πραγματοποιούνται σήμερα Κυριακή στην Αθήνα και άλλες πόλεις κατά της υποχρεωτικότητας θα δώσουν και μια γεύση της γενικότερης δυναμικής που αναπτύσσεται.
Αυτή τη στιγμή όλα τα στρατόπεδα βρίσκονται επί ποδός πολέμου, σταθμίζοντας τα δεδομένα και επιχειρώντας να προβλέψουν τις κινήσεις του αντιπάλου. Στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης αυτής πάντως θα τεθεί, όπως όλα δείχνουν, το ΕΣΥ και η κατάσταση της δημόσιας υγείας, επιτρέποντας να περάσει κατά πάσα πιθανότητα σε δεύτερο πλάνο το θέμα των εμβολίων που κυριαρχούσε έως τώρα. Αυτή η μετατόπιση του ενδιαφέροντος και η ιδιότυπη αλλαγή της ατζέντας κρύβει κινδύνους αλλά ενδεχομένως να αποφέρει ανάλογα με τους χειρισμούς και κέρδη.
Το βέβαιο είναι ότι η κυβέρνηση, που είδε να “καίγεται” από τις πυρκαγιές, μόλις έσβησαν οι φλόγες και της δόθηκε η ευκαιρία, δεν έχασε καθόλου χρόνο για να επαναφέρει στην πρώτη γραμμή την πανδημία θεωρώντας ότι συγκριτικά στο πεδίο αυτό τα πάει καλύτερα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μέσα σε διάστημα λίγων μόνο ημερών οι κυλιόμενες μετρήσεις που πήρε στα χέρια του το Μέγαρο Μαξίμου έδειξαν, σύμφωνα με πληροφορίες της “κυριακάτικης δημοκρατίας”, μια απότομη κάμψη της ΝΔ της τάξης του 3-4%. Έτσι η δημοσκοπική της απήχηση φέρεται να κινείται σε αυτή τη φάση στα επίπεδα του 32% κι αυτό πρακτικά σημαίνει ότι το κυβερνών κόμμα έχασε από την μια εβδομάδα στην άλλη, εξαιτίας των πυρκαγιών και της διαχείρισής τους, όσο ήταν συνολικά η φθορά της για όλα τα άλλα θέματα από τότε που έγιναν οι εκλογές πριν από δύο και πλέον χρόνια.
Κατά το ουδέν κακόν αμιγές καλού, για την κυβερνητικό ηγεσία το καλό νέο είναι ότι τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζονται καθηλωμένα χωρίς να συνιστούν καμιά απειλή, τα δε μικρότερα κόμματα έχουν μια ελαφρά ενίσχυση και το κύριο μέρος της δυσαρέσκειας διαχέεται στο άγνωστο και στους αναποφάσιστους.
Κατ' άλλους ενθαρρυμένη από αυτή την ισορροπία και κατ' άλλους αποθρασυμένη, η κυβέρνηση επιδιώκει τώρα να καταγάγει “νίκη” σε ένα άλλο μέτωπο με το οποίο ελπίζει ότι θα κερδίσει πολιτικό χρόνο και ότι με τις αναγκαίες διορθωτικές κινήσεις αφενός και τα οικονομικά φιλοδωρήματα που δρομολογεί αφετέρου, θα διατηρήσει την κυριαρχία της και την πρωτοβουλία των κινήσεων. Επίσης θεωρεί ότι το timing είναι κατάλληλο όσο ποτέ άλλοτε για να θέσει σε εφαρμογή τα σχέδια της για αλλαγές και “μεταρρυθμίσεις” στο χώρο της υγείας. Ωστόσο από το “εύφλεκτο” σκηνικό που διαμορφώνεται και τις προθέσεις που καταγράφονται, αυτό μοιάζει περισσότερο με παιχνίδι με τη φωτιά...
Ακολουθώντας σκόπιμα μια άκαμπτη τακτική, η κυβέρνηση σκληραίνει τη στάση της στο θέμα της υποχρεωτικότητας απειλώντας μετά τις υγειονομικούς να επεκταθεί το μέτρο και σε άλλες κατηγορίες εργαζομένων. Αυτή τη στιγμή και λίγα εικοσιτετράωρα πριν εκπνεύσει η προθεσμία υπολογίζονται σε περίπου 20-22 χιλιάδες οι υγειονομικοί που δεν έχουν εμβολιαστεί και θα πρέπει να τεθούν σε αναστολή.
Συνήθως βέβαια, ακόμη και στις πολεμικές μάχες, τα σχέδια επί χάρτου συντρίβονται από την αμείλικτη πραγματικότητα. Κατ' αρχάς, η κυβέρνηση ποντάρει και στο γεγονός ότι ειδικά με τους γιατρούς, που είναι σε συντριπτικά ποσοστά εμβολιασμένοι, δεν θα αντιμετωπίσει σοβαρά κενά. Παραγνωρίζει όμως το ΕΚΑΒ που θα αποτελέσει την αχίλλειο πτέρνα καθώς μέχρι τώρα από τους συνολικά 4.000 εργαζομένους, ξεπερνούν τους 1.200 οι ανεμβολίαστοι και η άμεση αντικατάστασή της από μη έμπειρο προσωπικό είναι ανέφικτη.
Το ενδιαφέρον από πολιτικής πλευράς είναι ότι οι “εφεδρείες” αυτές ενεργοποιούνται από παρατάξεις της αριστεράς -εξωκοινοβουλευτικής και μη- που είναι πολύ ισχυρές στο χώρο της υγείας. Ενώ τάσσονται μάλιστα αναφανδόν, σε βαθμό ακραίου επιστημονισμού, υπέρ του εμβολιασμού, σηκώνουν το γάντι της αναμέτρησης για το ΕΣΥ, το δημόσιο χαρακτήρα του και κατά της ιδιωτικοποίησης λειτουργιών και μονάδων του. Λόγω των συσχετισμών μάλιστα κινδυνεύει με “έμφραγμα” και η ΕΙΝΑΠ η πρόεδρος της οποίας Ματίνα Παγώνη, δίχως να ελέγχει την πλειοψηφία, ανήκει στους κυβερνητικούς απολογητές.
Ανδρέας Καψαμπέλης