Άρθρο του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΗΦΑΙΣΤΟΥ
Εισαγωγικό σημείωμα 29.12.2020-Ιαν. 2021: Επανέρχομαι σε αναρτημένη ανάλυση για το “στρατηγικό κρυφτούλι στο Ιόνιο”. Εάν κανείς συνεκτιμά δεόντως α) τους προσανατολισμούς ενός κράτους το οποίο εξ αντικειμένου εδώ και δύο αιώνες βρίσκεται σε καταστολή β) τους προσανατολισμούς ενός κράτους το οποίο εξ αντικειμένου εδώ και δύο αιώνες βρίσκεται υπό καθεστώς ξενοκρατίας με μειωμένη και κατά καιρούς εκμηδενισμένη εθνική ανεξαρτησία, γ) το γεγονός της επί δύο αιώνες εναλλασσόμενης εκλόγιμης ολιγαρχίας της οποίας μόνο τα ονόματα αλλάζουν και δ) την αλληλουχία πανομοιότυπων σφαλμάτων στα πεδία της εξωτερικής πολιτικής, τότε ίσως να μην χρειάζονται νέες αναλύσεις αλλά να επαναδημοσιεύονται παρελθούσες. Παραμένει ότι το στρατηγικό κτένι έφτασε στον κόμβο. Εν μέσω καταιγιστικών στρατηγικών εξελίξεων, εν μέσω μεγάλης ρευστότητας στην Ευρώπη και ευρύτερα στην Ευρασία και εν μέσω ολοένα μεγαλύτερων αναθεωρητικών αξιώσεων και καθημερινών απειλών της Τουρκίας και εν μέσω οργίου συναλλαγών για να διαλυθεί η Κυπριακή Δημοκρατία και να περιέλθει υπό τον έλεγχο της Τουρκίας και άλλων κρατών, το Ελλαδικό κράτος κατευνάζει ακατάσχετα. Εδώ πλέον ισχύει κάτι. Ο κατευνασμός στις συνήθεις περιπτώσεις σημαίνει ήττα χωρίς ένοπλη σύρραξη ή και σύρραξη λόγω ανορθολογικών παραστάσεων. Η κορύφωση όμως του κατευνασμού με “στρατηγικό κρυφτούλι” στο Ιόνιο, “φήμες” για “πενταμερείς”, “διερευνητικές” και τα λοιπά, είναι έσχατος κατευνασμός που σημαίνει προγραμματική απώλεια της κυριαρχίας που προβλέπει το διεθνές δίκαιο, γιγάντωση της γεωπολιτικής σημασίας της Τουρκίας λόγω ελέγχου της Κύπρου, στρατηγική ως εκ τούτου παγίδευση της Ελλάδας και κορύφωση των ανορθολογικών παραστάσεων. Όλα αυτά ήδη δείχνουν όχι μόνο ήττα χωρίς διένεξη αλλά πιθανότατα πολύ χειρότερα και συντριβή της Ελλάδας, έλεγχο από την Τουρκία και του Αιγαίου και προώθηση της επιρροής της σε όλα τα Βαλκάνια.
Σίγουρα επισημαίνοντας αυτά την τελευταία μέρα του 2020 δεν αφήνει πολλές ελπίδες για ασφάλεια και ευημερία το 2021. Είναι ένας ακόμη λόγος που αντί ευχών για το νέο έτος κανείς θα πρέπει να υπογραμμίσει την ανάγκη η κοινωνία να εγερθεί -ποτέ όμως εμφύλια “Οι αυτοκαταστροφικές διαχρονικές και σύγχρονες εμφύλιες διαιρέσεις των Ελλήνων https://wp.me/paSdey-6vd – και να αξιώσει εθνική ανεξαρτησία και διαφύλαξη της κρατικής κυριαρχίας συμπεριλαμβανομένης αυτής που προβλέπουν οι πρόνοιες του διεθνούς δικαίου που δεν είναι μόνο στο Ιόνιο. Ούτε καν μέχρι την Νότια Πελοπόννησο και την Κρήτη. Εκεί πολύ δυτικά, κανονικό κρυφτούλι! Τέλος, ένα μεγάλο και άμεσο ζήτημα είναι η γνώση των πολιτών. Ο Μακρυγιάννης, ο Ανδρούτσος ή ο Κολοκοτρώνης είχαν πολιτική παιδεία σμιλευμένη μέσα στους διαχρονικούς Δήμους των Πόλεων και των Κοινών ακόμη και επί τουρκοκρατίας. Στις μέρες μας επειδή Δήμος δεν υπάρχει παρά μόνο εκλογές κάθε τόσο μορφικά πανομοιότυπων εξουσιών χωρίς δυνατότητα ακόμη και του “μη χείρον βέλτιστο” η απόκτηση γνώσης από τους πολίτης είναι μείζονος σημασίας ζήτημα. Συνοπτικά αυτό επιτυγχάνεται α) με μελέτη των κειμένων υψηλών προδιαγραφών κλασικών και των λίγων σύγχρονων και β) με οξυδερκή παρατήρηση αυτών που συμβαίνουν και στάθμιση και εκτίμηση απαλλαγμένη ιδεολογικών και κομματικών δηλητηρίων που διαφθείρουν την σκέψη [«Εσχατολογικό ιδεολογικό δηλητήριο» https://wp.me/p3OlPy-1Ku]. Τέλος αλλά όχι το τελευταίο που θα μπορούσε να αναφερθεί ο εθισμός σε αφορισμούς μιας παραγράφου αντί βασάνου για μάθηση είναι η χαριστική βολή κατά κάθε κράτους που στερείται στιβαρής διοίκησης και κρατικών επιτελείων [Διάλογος με τον Διογένη και τον Τσαρούχη: Περί αστών, κομμουνιστών και μη εμφύλια ειρηνική πολιτική επανάσταση. https://wp.me/p3OqMa-1LV]. Η επιτυχία των επιλογών ενός αναγνώστη είναι όταν διαβάζει ένα κείμενο να μην έχει ανάγκη να κοιτάξει πότε γράφτηκε, πότε δημοσιεύτηκε ή πότε αναρτήθηκε. Τα κείμενα που αξίζει κανείς διαβάζει είναι αυτά που είναι πάντα έγκυρα και αξιόπιστα είτε γράφτηκαν πριν δύο χιλιάδες χρόνια ή πριν 100 χρόνια ή πριν 10 χρόνια. Αν δεν ισχύει αυτό κανείς δεν αξίζει να χάνει τον χρόνο του. Η επιλογή λοιπόν διαχρονικής σημασίας κειμένων είναι και αυτό σημαντικό κριτήριο. Ακολουθεί το αναρτημένο κείμενο. Αλλάζω μόνο το εξώφυλλο με το βιβλίο του Γιώργου Κοντογιώργη Ελληνισμός και ελλαδικό κράτος. Δύο αιώνες αντιμαχίας, 1821-2021 – Εκδόσεις Ποιότητα– http://bit.ly/3ppJAB9 που μόλις κυκλοφόρησε. Το βιβλίο προσφέρει μια μοναδική, σπάνια και πλήρη περιγραφή και ερμηνεία των αιτίων των παθολογιών του Ελλαδικού κράτους με αφετηρία την Επανάσταση του 1821. Ανάλυση κορυφαίων επιδόσεων που αξίζει να διαβάσει κάθε πολίτης που ενδιαφέρεται να διορθωθούν τα κακώς κείμενα του κράτους στο οποίο ανήκει. Βασικά, διαβάζοντάς το υποκίνησε και την επαναφορά της ανάλυσης που ακολουθεί με σύντομή εισαγωγή 29.12.2020 Το γεγονός ότι τα αίτια των παθολογιών που περιγράφονται είναι πανομοιότυπα επιβεβαιώνει τον μέχρι στιγμής ανίατο χαρακτήρα των πολιτικών και στρατηγικών ασθενειών – απαιτείται “θεραπεία” άμεση και αποτελεσματική
Οι παθολογίες της Ελλάδας που οδηγούν τους σύγχρονους Έλληνες από την μια συμφορά στην άλλη καταμαρτυρούνται καθημερινά και διαχρονικά. Εάν είχες αναλύσει ένα ζήτημα πριν ένα αιώνα, πριν μισό αιώνα ή σήμερα, κατ’ ουσία και βασικά τα ίδια επιχειρήματα θα πρέπει να πεις. Εδώ θα σταθούμε στα ύστερα γεγονότα στον πολιτικό στίβο που υποδηλώνουν το έλλειμμα ή και την παντελή ανυπαρξία εθνικής στρατηγικής. Δεν έχουν σημασία τα ονόματα, τα κόμματα και όπως πάντα διαπληκτισμοί που δεν αφορούν την ουσία. Χαρακτηριστικά, ο απερχόμενος υπουργός εξωτερικών παραδίδοντας το χαρτοφυλάκιό του στον κύριο νυν πρωθυπουργό ανακοίνωσε αποφάσεις που βρίσκονται ακόμη στο στάδιο επεξεργασίας για έναρξη επέκτασης των χωρικών υδάτων της Ελληνικής Δημοκρατίας σε κάποιες θαλάσσιες περιοχές της Επικράτειας αλλά όχι σε όλες.
Σίγουρα όχι εκεί όπου και το πρόβλημά μας, δηλαδή στο Ανατολικό Αιγαίο και όχι σε όλη την Επικράτεια όπως έπρεπε να είχε γίνει εδώ και δεκαετίες. Εξαγγέλθηκε δηλαδή η διαδικασία που θόλωσε την ουσία ή καλύτερα είχαμε «στρατηγικό κρυφτούλι» που επαύξανε την στρατηγική αναξιοπιστία της Ελλάδας των τελευταίων δεκαετιών και που προκάλεσε την συντεταγμένη αντίδραση μιας, ανεξαρτήτως προβλημάτων, πανέτοιμης Τουρκίας. Πριν μερικούς μήνες σε άλλη ανάρτηση έγινε παρότρυνση στους κατόχους της εξουσίας να βρουν ένα καλό πανεπιστήμιο διεθνούς πολιτικής (αν βρουν βέβαια εδώ στην Ελλάδα) και να παρακολουθήσουν εισαγωγικά μαθήματα -εισαγωγικά τονίζεται, όχι τίποτα υψιτενείς πτυχές της στρατηγικής θεωρίας- για να μάθουν στοιχειώδη πράγματα. Για παράδειγμα τι είναι οι παραστάσεις αξιοπιστίας ή αναξιοπιστίας που εκμηδενίζουν ή αντίθετα ενισχύουν την αξιοπιστία μιας αποτρεπτικής στρατηγικής. Εδώ δεν μιλάμε καν για μορφασμούς του προσώπου που όπως λέμε “όταν ένα πολιτικός ή στρατιωτικός ηγέτης μιλά για την αποτρεπτική στρατηγική μετρούν αρνητικά ή θετικά για την αξιοπιστία το κράτους και της στρατηγικής του” . Μιλάμε για τα δύο τρίτα περίπου της Επικράτειας που προνοούν οι πρόνοιες του διεθνούς δικαίου” τα οποία το κράτος λειτουργεί ως να μην υπάρχουν. Αντί λοιπόν να υπάρξει εθνική στρατηγική άμεσης εκπλήρωσης των προνοιών, το κράτος και το δύο αιώνων σύστημα πανομοιότυπων καρεκλοκένταυρων επιδίδεται σε στρατηγικό κρυφτούλι στο Ιόνιο. Κρυφτούλι κανονικό. Γελούν τρανταχτά οι επιτελείς της Τουρκίας όταν το ακούνε και υποτιμούν τελείως την Ελλάδα προχωρώντας στο επόμενο αναθεωρητικό βήμα. Το ίδια ισχύουν και τα άλλα κράτη ιδίως τα ηγεμονικά και τα ευρωπαϊκά που λογικότατα όταν πληροφορούνται και αναλύουν αυτές τις αποφάσεις θεωρούν την Ελλάδα παντελώς αναξιόπιστο κράτος και κυρίως κράτος αναλώσιμο που με στρατηγικά σχέδια τα οποία διαρκώς αναθεωρούν εξαποστέλλουν το Ελληνικό κράτος στην Κλίνη του Προκρούστη των στρατηγικών παιγνίων.
Τα γεγονότα των τελευταίων μηνών που αποκορυφώθηκαν στο τελευταίο υπουργικό συμβούλιο του Οκτωβρίου, για ακόμη μια φορά αναδεικνύουν το μείζον πρόβλημα της χώρας, δηλαδή τα πλήγματα κατά της αξιοπιστίας του κράτους από αυτούς των οποίων αποστολή είναι να το υπερασπίζονται. Το μεγάλο πάντως ζήτημα είναι ότι το πρόβλημα δεν αφορά μόνο πρόσωπα ή συγκεκριμένα “κόμματα”. Εντοπίζεται σε όλο το πολιτικό φάσμα. Καθημερινά ματαιώνεται κάθε προσδοκία πως θα υπάρξει έστω και κατ’ ελάχιστον στοιχειώδης σοβαρότητα για τα μεγάλα προβλήματα της χώρας, ενώ τίθεται πλέον επί τάπητος κατά πόσο το Ελληνικό κράτος θα επιβιώσει.
Το γεγονός ότι οικονομικά πλέον το Ελληνικό κράτος δεν είναι βιώσιμο το γνωρίζουμε αλλά και το νοιώθουμε καθημερινά από τα πλήγματα του μεταμοντέρνου πολέμου των διεθνικών κερδοσκόπων και των τοκογλύφων τις τράπεζες των οποίων όπως όλοι ομολογούν ξεχρέωσαν με τα μνημόνια εις βάρος της Ελλάδας . Αυτό όμως είναι το αποτέλεσμα όχι το αίτιο. Το αίτιο αφορά το γεγονός πως αν και γνωστό στο παρελθόν ολοφάνερα πλέον επαληθεύεται πως ως κρατική οντότητα δεν πληροί πολλές από τις προϋποθέσεις βιωσιμότητας κάθε εθνικά ανεξάρτητου / πολιτικά κυρίαρχου εθνοκράτους.
Κατά πρώτον, όπως δήλωσε ο ίδιος ο απερχόμενος υπουργός εξωτερικών, στο επίμαχο υπουργικό συμβούλιο μέσα Οκτωβρίου, βρέθηκε μπροστά σε απρόσμενες καταστάσεις. Κυρίως αλλά όχι μόνο, γιατί προηγήθηκε συνάντηση του πρωθυπουργού με τον υπουργό άμυνας. Αυτή η συνάντηση, δυστυχία μας, αφορούσε το κύριο ζήτημα που κυριαρχεί στο μυαλό των πολιτικών μας, δηλαδή το πώς θα κατορθώσουν παρά τις χαώδεις διαφορές ( αναφορικά με το «Μακεδονικό» να μείνουν στις καρέκλες μέχρι μια κάποια ημερομηνία. Εάν έτσι έχουν τα πράγματα εύλογα κανείς διερωτάται, εάν πιάσαμε ή δεν πιάσαμε πάτο. Εξίσου σημαντικές είναι και οι δηλώσεις του ίδιου του υπουργού άμυνας ενώ βρισκόταν στις ΗΠΑ. Αναδεικνύουν πολλές παθολογίες. Και αυτό ανεξάρτητα εάν έγιναν ή όχι σε συνεννόηση με τον πρωθυπουργό και ανεξάρτητα του κατά πόσο κινούνται προς την σωστή κατεύθυνση ως επιλογή εξωτερικής πολιτικής. Σημασία έχει ότι εν αγνοία του υπουργού εξωτερικών υποδήλωναν (και ίσως και του πρωθυπουργού) υποστηρίχθηκε μια ριζική αλλαγή εξωτερικής πολιτικής.
Εύλογα κανείς ερωτά: Έγιναν εν γνώσει και μετά από συμφωνία με τους αρμόδιους και ιεραρχικά υπεύθυνους των στρατηγικών αποφάσεων των ΗΠΑ; Δεν εννοούμε βέβαια κάποιους υπαλλήλους ή εφήμερους πολιτικούς δέκατης τάξης που κυκλοφορούν στον Λευκό Οίκο και το Αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών αλλά αυτούς που στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι διαχρονικά και ιεραρχικά οι σημαντικότεροι στην χάραξη και εφαρμογή στρατηγικής.
Πέραν του ότι ακόμη και «συμφωνίες» με τους πρωταγωνιστές των αποφάσεων μιας συγκεκριμένης περιόδου ενδέχεται να ανατραπούν ανά πάσα στιγμή λόγω ανεβοκατεβάσματος προσώπων, εδώ υπάρχει μια άλλη διάσταση που συχνά δεν λαμβάνεται υπόψη: Ενώ οι μακροχρόνιοι και μεσοπρόθεσμοι στρατηγικοί σκοποί είναι συνήθως σταθεροί ανεξαρτήτως προσώπων και αφορούν τις πλανητικές και περιφερειακές ισορροπίες, οι βραχυχρόνιες επιλογές και αποφάσεις διαρκώς κυμαίνονται όπως τα πράγματα εξελίσσονται μέσα στην δίνη της διεθνούς πολιτικής.
Τα ερωτήματα που ανακύπτουν είναι πολλά και κρίσιμα: Οι δηλώσεις του υπουργού άμυνας ήταν εν γνώσει του πρωθυπουργού; Έτυχαν επεξεργασίας και προετοιμασίας πριν πάει στις ΗΠΑ ο υπουργός άμυνας; (ο υπουργός εξωτερικών πάντως παραγκωνίστηκε επιδεικτικά και το δήλωσε). Ακόμη, με τις εναλλακτικές και διαφορετικές θέσεις που έκανε δημόσια συμφωνούν οι ΗΠΑ και εάν ναι ποιοι ακριβώς συμφωνούν στις ΗΠΑ;
Εάν «μισο-συμφωνούν» ή ώθησαν τον υπουργό άμυνας να τις κάνει ερωτάται: Μήπως σημαίνει κάποιο περιφερειακό modus vivendi μεταξύ Ουάσιγκτον, Μόσχας και κάποιων ευρωπαϊκών δυνάμεων που οδηγεί σε ανακατατάξεις στα Βαλκάνια; Δεν θα ήταν κακή εξέλιξη εάν εμείς ήμασταν πρωταγωνιστές αντί ολοφάνερα να γίνουμε πιόνια και αντί να εισέλθουμε σε γεωπολιτικές Συμπληγάδες λόγω επιδείνωσης σχέσεων Αθήνας – Μόσχας. Ένα κράτος πρέπει να είναι έτοιμο να ελίσσεται και να συναλλάσσεται προσεκτικά χωρίς όμως να παγιδεύεται. Δεδομένη θα πρέπει να είναι η συνέπεια με τις συμμαχίες στις οποίες συμμετέχει (στις οποίες συμμετέχει δεν «ανήκει»). Κύρια μέριμνα της στρατηγικής ενός περιφερειακού κράτους είναι γνώση των γεωπολιτικών ισορροπιών και γνώση των στρατηγικών των μεγάλων δυνάμεων πλανητικά και περιφερειακά.
Καθότι όπως και σε άλλη περίπτωση τονίσαμε οι σχέσεις των ηγεμονικών δυνάμεων συμπλέκουν τοπικά, περιφερειακά και πλανητικά γεγονότα όπου σε μερικά μπορούν να συγκλίνουν και σε άλλα μπορούν να διαφωνούν ή να συγκρούονται ανάλογα με το πώς εξελίσσονται μικρές και μεγάλες δίνες της διεθνούς πολιτικής. Είναι γνωστό, για παράδειγμα, ότι αυτό που μακροχρόνια ενδιαφέρει τις ΗΠΑ είναι η Ρωσία να μην κατέβη στα «θερμά νερά» ενώ οι περισσότεροι αναλυτές της στρατηγικής συμφωνούν πως μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα σε πλανητικό επίπεδο ο κυριότερος σύμμαχος των ΗΠΑ απέναντι στην Κίνα ενδέχεται, λογικά, θα είναι η Ρωσία. Πιο σημαντικό, σε μια τέτοια περίπτωση όχι σπάνια οι ηγεμονικές δυνάμεις συγκροτούν άτυπες συμμαχικές συγκλίσεις σε ένα γεωπολιτικό πεδίο ενώ σε άλλα αντιπαρατίθενται. Τα απαθή κράτη που στερούνται στρατηγικής και συνεχώς κατευνάζουν διαρκώς πάσχουν και βλάπτονται ενίοτε και θανατηφόρα.
Πως συνδέονται όλα αυτά με την Συμφωνία των Πρεσπών ως προς την οποία η κεκτημένη ταχύτητα οίκοι οδηγεί πολλούς να μιλούν «μακεδονικά» με περισσότερο φανατισμό απ’ ότι οι Σκοπιανοί ενώ απερίσκεπτα δια ασήμαντον αφορμή εφήμερου χαρακτήρα οι διπλωματικές σχέσεις Αθήνας – Μόσχας καταβυθίστηκαν; Έτσι χαράσσουν και εφαρμόζουν στρατηγική τα κράτη; Σπασμωδικά, νευρικά, συναισθηματικά και υπό την επήρεια αβάστακτων νομικίστικων αντιλήψεων;
Τα πράγματα περιπλέκονται ακόμη περισσότερο εάν λάβουμε υπόψη ότι ευρισκόμενος στις ΗΠΑ ακούσαμε ότι ο υπουργός άμυνας θα ταξιδέψει στην Μόσχα και μάλιστα πριν τον πρωθυπουργό (ενώ ο απερχόμενος υπουργός εξωτερικών είναι γνωστό ότι είναι … ανεπιθύμητος στην Μόσχα).
Χάος, αβεβαιότητα, αλληλοκατηγορίες σε προσωπικό βασικά επίπεδο, δουλειές του ποδαριού, παραγκώνιση κρατικών λειτουργών, προσωπικές αντί κρατικές στρατηγικές, υπόγειες διασυνδέσεις με κομματικά και ιδεολογικά ζητήματα που αφορούν την «καρέκλα» και μετάδοση παραστάσεων κρατικής αναξιοπιστίας και αναλώσιμου κράτους.
Την πιο πάνω εικόνα κανείς θα πρέπει να την συγκρίνει με το συμβαίνει στην Τουρκία, συγκεκριμένα μετά το δικό μας «στρατηγικό κρυφτούλι» και τις εξαγγελίες του ποδαριού επί ζητημάτων μείζονος σημασίας για την Ελληνική εθνική στρατηγική. Στην Τουρκία και παρά τα πολύ μεγάλα εσωτερικά προβλήματα που διαίρεσαν την παρούσα εξουσία με την προηγούμενη και παρά το γεγονός ότι ο Ερντογάν κάνει ένα μεγάλο αγώνα ελέγχου του κράτους, οι αντιδράσεις στις Ελληνικές εξαγγελίες του ποδαριού ήταν ακαριαίες, οι δε στάσεις, θέσεις και ενέργειες του Τουρκικού κράτους που ακολούθησαν ήταν καλά προετοιμασμένες και παραδειγματικές:
Αφενός, αποδείχθηκε ότι ως κράτος και ανεξαρτήτως εξουσίας διαθέτει κρατικά επιτελεία που παράγουν εναλλακτικά σχέδια και αποφάσεις στην βάση των οποίων η πολιτική ηγεσία μεγιστοποιεί τα κέρδη. Αφετέρου, στο ίδιο ακριβώς πλαίσιο, κυβέρνηση και κρατικά επιτελεία έχουν προσδιορίσει και ιεραρχήσει τα εθνικά συμφέροντα και οι βραχυχρόνιες επιλογές, στάσεις και αποφάσεις διακρίνονται από στρατηγικό ορθολογισμό συμβατό με τα δεδομένα κάθε στιγμής. Για παράδειγμα, το 1974 λόγω πραξικοπήματος στην Κύπρο, το 1996 πριν τα Ίμια λόγω αβάστακτων εσωτερικών διαιρέσεων και τον Οκτώβριο 2018 λόγω μιας διχασμένης Ελλάδας με επίκεντρο εσωτερικής διαμάχης το «Μακεδονικό».
Ακόμη, έχουμε ένα διαφοροποιημένο πολιτικό σύστημα όπου οι διαφωνίες κυριαρχούν ακόμη και όσον αφορά τα έσχατα συμφέροντα ενός κράτους. Η κορύφωση της παρακμής είναι ένα διαιρεμένο υπουργικό συμβούλιο μεταξύ πρωθυπουργού, υπουργού εξωτερικών και υπουργού άμυνας και μια παρατεταμένη συζήτηση αμέσως μετά με άξονες τα προσωπικά ζητήματα και τις καρέκλες εξουσίας.
Αντίθετα, απέναντι στην Τουρκία είχαμε πολιτικούς και στρατιωτικούς που γνωρίζουν ότι «όταν οι στρατιωτικοί και οι πολιτικοί μιλούν για ζητήματα εθνικής στρατηγικής ακόμη και οι μορφασμοί του προσώπου μετρούν αρνητικά ή θετικά πάνω στην πλάστιγγα της αποτρεπτικής αξιοπιστίας του κράτους». Ακόμη, πριν ένα υπεύθυνο πρόσωπο πει κάτι δημοσίως ζυγίζει και σταθμίζει κάθε λέξη (και τους μορφασμούς του προσώπου εάν είναι προφορική) και διαμορφώνεται σύμφωνα με την εξέλιξη των πραγμάτων, εδώ των Ελληνικών διαιρέσεων.
Αυτή η επίδειξη στρατηγικής σοβαρότητας και αξιοπιστίας των Τούρκων είναι πολύ γνωστή στα εγχειρίδια στρατηγικής: Αφού διάφορα τα πολιτικά πρόσωπα έκαναν διάφορες συγκλίνουσες και συμπληρωματικές προσεγμένες δηλώσεις, ακολούθησε τάχιστα ο υπουργός που «πυροβολεί» το κράτος που δεν συμμορφώνεται με την Τουρκική θέληση, εδώ της Ελλάδας με το casus belli. Casus belli το οποίο οι Τούρκοι άρπαξαν την ευκαιρία των Ελληνικών διαιρέσεων για να επαναλάβουν, να το συνοδεύσουν με αναθεωρητικούς χάρτες που καθιστούν την Ανατολική Μεσόγειο από την Κρήτη μέχρι την Συρία μια κυριολεκτικά τουρκική λίμνη και για να εκπέμψουν διαδοχικές απειλές κάθε είδους.
Έτσι, ο Τούρκος υπουργός Άμυνας, Χουλούσι Ακάρ επιδεικνύοντας χάρτη γεμάτο αυθαίρετες τεθλασμένες γραμμές αξιώνει υφαλοκρηπίδα ακόμη και νοτίως της Κρήτης που ξανά μετά από είκοσι χρόνια αμφισβητεί τις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου για την Γαύδο αλλά και άλλων νησιών. Με την Ελλάδα να επιδίδεται σε ένα πολιτικό εμφύλιο και τους πολιτικούς να υβρίζουν τους πολίτες ως ετερόκλητο όχλο ο χάρτης αυτός αφορά μεγάλα Ελληνικά συμφέροντα που σχετίζονται με τον υποθαλάσσιο πλούτο, τους αγωγούς φυσικού αερίου και ηλεκτρικού ρεύματος.
Είναι λοιπόν ένα πράγμα το στρατηγικό κρυφτούλι και οι εξαγγελίες διαδικασιών ενός υπουργού εξωτερικών που αποχωρεί επεισοδιακά και άλλο οι Τουρκικές στάσεις και αποφάσεις που σκιαγραφήσαμε συντομογραφικά.
Αναδύθηκαν όλα μας τα προβλήματα και κυρίως καταμαρτυρήθηκε για μια ακόμη φορά ότι η Ελλάδα στερείται δομών χάραξης και εφαρμογής εθνικής στρατηγικής. Ακόμη, συχνά οι εκάστοτε πολιτικοί θεωρούν την εξωτερική πολιτική προσωπική τους υπόθεση ενώ ένα σύνηθες νεοελληνικό φαινόμενο είναι ο παραγκωνισμός των κρατικών λειτουργών και πρόκληση συμφόρησης στα κρίσιμα υπουργεία από ιδεολογικούς ή κομματικούς φίλους ή περιφερόμενους φορείς διαφόρων τίτλων νομικίστικα βεβαρυμμένων (για το σχέδιο Αναν και το δίκαιο της θάλασσας ισχύει το scripta manent και οι επώνυμες αναφορές περιττεύουν).
Αυτή είναι η κατάστασή μας στην Ελλάδα στο επίπεδο του κράτους και του πολιτικού μας συστήματος. Καταμαρτυρείται η απουσία επιτελικών κρατικών θεσμών διαρκούς έγκυρης / αξιόπιστης πληροφόρησης, χάραξης σχεδίων, προσδιορισμού εναλλακτικών αποφάσεων και πλαισίου διαρκούς στάθμισης και εκτίμησης των πραγμάτων για να λαμβάνεται η καταλληλότερη απόφαση κάθε φορά και ανά πάσα στιγμή. Για να παράγουν επίσης στρατηγικούς προσανατολισμούς που συντείνουν σε πολιτική συναίνεση. Εάν όχι σε όλο το πολιτικό φάσμα τουλάχιστον εντός κάθε κυβέρνησης! Στην προκειμένη περίπτωση, τέτοια επιτελεία θα συμβούλευαν τον πρωθυπουργό, για παράδειγμα, να μην ανακοινωθούν πρωταρχικής σημασίας αποφάσεις στο πόδι και με προχειρότητα την στιγμή που αναλάμβανε ένα κρίσιμο υπουργείο εν μέσω πολιτικής κρίσης.
Τις συμφορές του 1922, του 1974, του 1996 και καθώς οι στρατηγικές εξελίξεις κινούνται με καταιγιστικούς ρυθμούς ενδέχεται να προστεθεί και το 2018. Κανείς δεν έχει να παρατηρήσει τις εξελίξεις στην Κύπρο από την οποία η Ελλάδα και πάλι είναι απούσα. Επίσης, την επιδέξια σχοινοβασία του Ερντογάν με τις ΗΠΑ γύρω από πολλά ζητήματα συμπεριλαμβανομένης της αποφυλάκισης του πάστορα και την υπόθεση Κασόγκι, τους τριγμούς στις στρατηγικές σχέσεις μεταξύ κρατών όπως οι ΗΠΑ, το Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας οι οποίες πήγαιναν να στερεωθούν αλλά ο Ερντογάν επιδέξια τις θρυμματίζει να προσκομίσει οφέλη, το μέτωπο της Συρίας όπου όλοι είναι εναντίον όλων, οι ελιγμοί της Ρωσίας σε όλο το φάσμα και τέλος αλλά όχι το τελευταίο που θα μπορούσε να αναφερθεί το μέγα ζήτημα του Ιράν και της αντιπαράθεσής του με τις ΗΠΑ. Το τι κάνουμε εμείς εν μέσω καταιγιστικών στρατηγικών εξελίξεων το σκιαγραφήσαμε πιο πάνω αλλά και ο καθείς μπορεί να το δει καθημερινά με γυμνό οφθαλμό.