Η μάχη του Λάλα: Όταν οι Έλληνες έδιωξαν από τον Μοριά τους Αλβανούς

 



Πώς βρέθηκαν οι Αλβανοί στην Ηλεία και πως έφτασαν να γίνουν ο φόβος και ο τρόμος των Ελλήνων - Επτανήσιοι και Πελοποννήσιοι καταφέρνουν να τους νικήσουν και να τους αναγκάσουν να φύγουν για πάντα απ’ τον Μοριά.

Από: Πρώτο Θέμα - Μιχάλης Στούκας

Όσες και όσοι έχουν διαβάσει ελληνική ιστορία, έστω και ελάχιστη πέρα από τα σχολικά βιβλία, στο κεφάλαιο «Επανάσταση 1821», θα έχουν συναντήσει αναφορές στους περιβόητους Λαλαίους. Βέβαια οι αναφορές είναι μεμονωμένες και έχουν να κάνουν κυρίως με τη σκληρότητα και τις πολεμικές ικανότητες των Λαλαίων χωρίς όμως περισσότερες λεπτομέρειες.

Στο σημερινό μας άρθρο θα δούμε αναλυτικά ποιοι ήταν οι Λαλαίοι, ποια ήταν η δράση τους κυρίως από τα Ορλοφικά ως την Επανάσταση του 1821 και πώς κατάφεραν Επτανήσιοι και Ηλείοι κυρίως, να τους αναγκάσουν να φύγουν για πάντα απ’ τον Μοριά απαλλάσσοντας τον Αγώνα από έναν πολύ επικίνδυνο αντίπαλο.

Λάλας Ηλείας - Πώς εποικίστηκε από Αλβανούς

Ο Λάλας είναι οικισμός του νομού Ηλείας χτισμένος σε υψόμετρο 601 μέτρων. Υπάγεται διοικητικά στον Δήμο Αρχαίας Ολυμπίας. Ο Λάλας πρωτοκατοικήθηκε τον 14ο αιώνα από Αλβανούς που έφερε από τα Ακροκεραύνια όρη (παράκτια οροσειρά της ΝΔ Αλβανίας, γνωστά και ως όρη Χιμάρας) ο Μιχαήλ Δούκας. «Σούλι του Μοριά» χαρακτηρίζει τον Λάλα ο Δημήτρης Φωτιάδης που γράφει ότι βρίσκεται στο οροπέδιο του Μπαστηρά κοντά στην αρχαία Φολόη στο όρος Ερύμανθος.

Στα πόδια του απλώνεται ο κάμπος της Ηλείας που διασχίζει ο ποταμός Αλφειός. Για πρώτη φορά εμφανίζεται ως αλβανόφωνο χωριό με τον τύπο Lala σε οθωμανικό έγγραφο του 15ου αιώνα και προέρχεται πιθανότατα από το αλβανικό επώνυμο Λάλα, ο οποίος ίσως ήταν κάποιος από τους πρώτους οικιστές του. Χωριό Λάλα υπάρχει και στην Αλβανία κατά τη Γ. Κολλέκα (ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ Π. ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ, ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΟΙΚΩΝΥΜΙΩΝ). Οι Αλβανοί αυτοί ήταν οι μόνοι κάτοικοι της Πελοποννήσου που εξισλαμίσθηκαν μετά την επιδρομή των Τούρκων στον Μοριά. Όταν κατά το 1715 οι Βενετοί αποσύρθηκαν και ολόκληρη η Πελοπόννησος πέρασε στους Τούρκους, τα πλούσια μέρη της Ηλείας δόθηκαν σε πρίγκιπες από τασουλτανικά χαρέμια. Οι Χοττομαναίοι της Γαστούνης, όπως ονομάστηκαν οι Οθωμανοί πρίγκιπες, χρησιμοποίησαν τους Λαλαίους που συντηρούνταν από επιδρομές σε ελληνικά χωριά, για να κρατούν υποταγμένα τα γειτονικά μέρη. Παράλληλα είχαν αρχίσει στα βουνά να εμφανίζονται οι πρώτοι Έλληνες κλέφτες και οι Λαλαίοι χρησιμοποιήθηκαν εναντίον τους.

Μετά τα Ορλοφικά (1770), οι Λαλαίοι συνέπραξαν με τους Τουρκαλβανούς οι οποίοι στάλθηκαν για την κατάπνιξη του κινήματος. Χιλιάδες Πελοποννήσιοι πλήρωσαν με τη ζωή τους τη συμμαχία αυτή. Όμως Λαλαίοι και Τουρκαλβανοί έγιναν εφιάλτες ακόμα και για τους Τούρκους μπέηδες και αγάδες. Στάλθηκε στον Μοριά ο φοβερός πασάς Χασάν Τζεσαερλής, ο οποίος με τη βοήθεια Ελλήνων κλεφτών κατόρθωσε να τους εξολοθρεύσει. Όσοι Αλβανοί γλίτωσαν κατέφυγαν στον Λάλα.

Σύντομα έγιναν τόσο ισχυροί που δεν υπολόγιζαν ούτε και τον Τούρκο πασά της Τριπολιτσάς, πρωτεύουσας τότε του Μοριά. Περιφρουρούσαν τους Τούρκους, ενώ τους Έλληνες τους θεωρούσαν σκλάβους.

Οι Χοττομαναίοι ζούσαν τρυφηλά και έδιναν τις κόρες τους στους Λαλαίους για να έχουν τη βοήθειά τους. Οι Λαλαίοι αποκτούσαν κτήματα, είτε ως προίκα είτε αγοράζοντάς τα κι έτσι σύντομα έγιναν κυρίαρχοι της Ηλείας (αρχές 19ου αιώνα). Περίφημος ήταν ο αρχηγός τους Αλή Φαρμάκης τον οποίο κατάφερε να διώξει από την Πελοπόννησο ο γιος του Αλή πασά των Ιωαννίνων, Βελή πασάς μετά από μεγάλη εκστρατεία. Ωστόσο η ισχύς των Λαλαίων δεν είχε μειωθεί καθόλου ως την έκρηξη της Επανάστασης του 1821.

Οι Λαλαίοι το 1821 - Οι πρώτες ενέργειες εναντίον τους

 
Όταν ξέσπασε η Επανάσταση όλοι οι Τούρκοι του Μοριά έτρεξαν να βρουν καταφύγιο στα γειτονικά τους φρούρια ή στην Τριπολιτσά(Τρίπολη). Ανάμεσα τους και οι φοβεροί Μπαρδουνιώτες. Οι μόνοι που παρέμειναν εκτός των τειχών των φρουρίων ήταν οι Λαλαίοιπου υπολογίζεται ότι στις αρχές του αγώνα είχαν δύναμη 1.900 ανδρών, 400 από τους οποίους ήταν ιππείς. Οι Λαλαίοι κινητοποιήθηκαν για να βοηθήσουν τους ομόθρησκούς τους, ενώ παράλληλα αρχικά προσπάθησαν να κρατήσουν την Ηλεία έξω από τις επαναστατικές ενέργειες. Ωστόσο οι Ηλείοι ξεσηκώθηκαν από τις αρχές του Αγώνα. Όμως ήταν απειροπόλεμοι, εκτός από ορισμένους που είχαν υπηρετήσει ως αξιωματικοί και οπλίτες στα αγγλικά τάγματα στη Ζάκυνθο.

Επικεφαλής των προκρίτων της Γαστούνης ήταν ο Γεώργιος Σισίνης(1769-1831), ο οποίος αναγνωρίστηκε αμέσως ως αρχηγός των επαναστατημένων Ελλήνων που πολιόρκησαν τους Τούρκους της Γαστούνης. Όταν όμως μαθεύτηκε ότι σπεύδουν σε βοήθεια των τελευταίων οι Λαλαίοι σχεδόν όλοι οι επαναστάτες εγκατέλειψαν τον Σισίνη με ελάχιστους άνδρες. Μετά την αναίμακτη αυτή επιτυχία τους οι Λαλαίοι,άρχισαν τις επιδρομές σε όλη την περιοχή της Ηλείας για να αποτρέψουν οποιαδήποτε ενίσχυση των Ελλήνων που πολιορκούσαν την Πάτρα.

Επρόκειτο για τη μοναδική αντίσταση των Τούρκων της Πελοποννήσου (εκτός βέβαια από εκείνες των πολιορκημένων στα φρούρια) και τη μοναδική επιθετική ενέργεια.

Η καταστροφή του Πύργου από τους Λαλαίους

Στη συνέχεια οι Λαλαίοι κινήθηκαν προς το πλουσιότερο ελληνικό κέντρο της Ηλείας, τον Πύργο με σκοπό να κυριεύσουν και να λεηλατήσουν την πόλη.

Ο αρχηγός των επαναστατών του Πύργου, ο Χαράλαμπος Βιλαέτης ήταν ο μόνος επαγγελματίας στρατιωτικός. Είχε υπηρετήσει στα αγγλικά τάγματα της Ζακύνθου και είχε λάβει τον βαθμό του Λοχαγού.

Στις 2 Απριλίου 1821 οι Λαλαίοι εμφανίστηκαν έξω από τον Πύργο και ζήτησαν την άμεση παράδοσή του. Στην πόλη εκείνη τη μέρα βρίσκονταν 100 Ζακυνθινοί, 70 πολεμιστές από την Αγουλινίτσα και οι γιοι του Κολοκοτρώνη Πάνος και Γενναίος, που έρχονταν από την Ζάκυνθο με προορισμό τη Γορτυνία, με σκοπό να συναντήσουν τον πατέρα τους. Έγινε πολεμικό συμβούλιο, στο οποίο πήραν μέρος όλοι οι οπλαρχηγοί. Οι υπερασπιστές του Πύργου ήταν 550 ενώ οι Λαλαίοι 1.000. Όμως οι Έλληνες ήταν απειροπόλεμοι και ο Πύργος δεν είχε κάποια οχυρή θέση. Η αξίωση όμως των Λαλαίων γέμισε οργή τους Έλληνες. Έτσι συγκεντρώθηκαν στ’ αλώνια έξω από την πόλη περιμένοντας τους εχθρούς εντελώς ακάλυπτοι. Οι Λαλαίοι τους περικύκλωσαν διαιρεμένοι σε τρία σώματα. Μόνο 200 Έλληνες πρόλαβαν να σωθούν τρέχοντας στα πρώτα σπίτια του Πύργου όπου και οχυρώθηκαν.

Στην πόλη του Πύργου επικράτησε πανικός. Ο άμαχος πληθυσμός εγκατέλειψε τα σπίτια του. Τα περισσότερα γυναικόπαιδα κατέφυγαν στο Κατάκολο και στον όρμο του Αγίου Ανδρέα, απ’ όπου ζακυνθινά πλοιάρια τους μετέφεραν στο «φιόρο του Λεβάντε». Τη διαφυγή των γυναικόπαιδων, βοήθησε η ηρωική αντίσταση των κλεισμένων στα σπίτια του Πύργου 200 ενόπλων, ανάμεσα στους οποίους και ο 15χρονος, τότε Γενναίος Κολοκοτρώνης και ο 21χρονος αδελφός του Πάνος, που το 1824 δολοφονήθηκε από τους κυβερνητικούς στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου.

Η μάχη της Αγουλινίτσας – Η πρώτη υποχώρηση των Λαλαίων

ΑΛΒΑΝΟΣ ΜΕ ΣΚΛΑΒΑ - Πίνακας του Frederick Arthur Bridgman 

Μετά από οχτάωρη πολιορκία, οι γενναίοι υπερασπιστές του Πύργου αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν, καθώς οι Λαλαίοι άρχισαν να βάζουν φωτιά στα οχυρωμένα σπίτια. Η έρημη πόλη, έμεινε έρμαιο στις άγριες διαθέσεις του εχθρού.

Στις 24 Απριλίου οι Λαλαίοι εμφανίστηκαν μπροστά στην Αγουλινίτσα (το σημερινό Επιτάλιο). Αρχηγός των λίγων ντόπιων, ήταν ο πρόκριτος Αλέξης Μοσχούλας, που με 70 συμπολίτες του είχε πολεμήσει και στον Πύργο. Οργάνωσε την άμυνα της κωμόπολης όσο καλύτερα μπορούσε, ενισχυόμενος από μερικούς Πυργιώτες που βρέθηκαν κοντά. Παράλληλα, άλλοι 70 Πυργιώτες και 70 μαχητές από την Κυπαρισσία και τα Φιλιατρά, κατέλαβαν τη στρατηγικής σημασίας θέση Κλειδί. Οι Λαλαίοι παρέμειναν τη νύχτα στον Αλφειό και τα ξημερώματα επιτέθηκαν εναντίον της Αγουλινίτσας. Οι λιγοστοί υπερασπιστές της βρέθηκαν σε δύσκολη θέση, ωστόσο ήταν αποφασισμένοι να αμυνθούν μέχρι τέλους. Τότε έφτασαν για βοήθεια οι υπόλοιποι Έλληνες από το Κλειδί. Στο βουνό Δάρβιζα, πάνω από την Αγουλινίτσα, βρήκαν Τούρκους να φρουρούν τη θέση και τους πυροβόλησαν. Εκείνοι, βλέποντας πολλούς επαναστάτες να φορούν μαύρες βράκες, τους πέρασαν για Μανιάτες και έντρομοι έτρεξαν στην Αγουλινίτσα!

Αλλά και οι Λαλαίοι, φοβήθηκαν ότι θα αποκλειστούν από ισχυρότερες ελληνικές δυνάμεις μέσα στην Αγουλινίτσα και υποχώρησαν καταδιωκόμενοι από τον Μοσχούλα και τους άντρες του, που κατόρθωσαν κοντά στον Αλφειό να σκοτώσουν εννιά και να συλλάβουν δεκατρείς.

Ήταν η πρώτη φορά που οι Λαλαίοι υποχώρησαν μπροστά στους Έλληνες. Οι Ηλείοι, ήταν οι μόνοι από τους Πελοποννήσιους που υποχρεώθηκαν να αντιμετωπίσουν επιτιθέμενους εχθρούς και όχι αμυνόμενους. Το μίσος μεταξύ Ελλήνων και Λαλαίων, ήταν αβυσσαλέο και μακροχρόνιο. Ήταν φανερό, ότι κάποιοι από τους δύο, στο τέλος της Επανάστασης ή και νωρίτερα, θα έπρεπε να εγκαταλείψουν τον Μοριά…

Ο ηρωικός θάνατος του Χαράλαμπου Βιλαέτη

 
Δ. ΠΛΑΠΟΥΤΑΣ 

Πέντε μέρες μετά το πάθημά τους στην Αγουλινίτσα, οι Λαλαίοι επιτέθηκαν ξανά εναντίον του έρημου Πύργου και των γειτονικών προς τον Αλφειό χωριών της Ολυμπίας.
Ο Χαράλαμπος Βιλαέτης, στον οποίο αναφερθήκαμε παραπάνω, κατέλαβε με 500 Πυργιώτες αιφνιδιαστικά το χωριό Στρέφι. Στο κοντινό χωριό Λατζόι, τοποθέτησε μικρή φρουρά από Ζακυνθινούς και Πυργιώτες, με επικεφαλής τους αδελφούς Παναγιώτη και Δημήτρη Καμπάση από τη Ζάκυνθο. Ήταν η πρώτη φορά που Έλληνες στρατοπέδευαν τόσο κοντά στον Λάλα.

Στις 10 Μαΐου 1821, 1.000 Λαλαίοι περικύκλωσαν το Λατζόι. Η ορμή τους ήταν φοβερή, αλλά και οι Έλληνες μάχονταν ηρωικά. Ο Βιλαέτης, από το Στρέφι όπου βρισκόταν, ξεκίνησε να βοηθήσει τους πολιορκημένους στο Λατζόι. Τον ακολούθησαν μόνο 100 από τους άντρες του. Θέλοντας να φτάσει γρηγορότερα στο Λατζόι, δεν κινήθηκε από τα υψώματα των χωριών Αρβανίτι και Καράτουλα, αλλά από τον ακάλυπτο πεδινό δρόμο. Οι Λαλαίοι τους αντιλήφθηκαν και κατάφεραν να αποκόψουν τον Βιλαέτη από το κύριο μέρος των ανδρών του. Μόνο 28 πολεμιστές έμειναν μαζί του. Ο Βιλαέτης, αν και μπορούσε να διαφύγει, προτίμησε να πολεμήσει… Οι Λαλαίοι άρχισαν να χτυπούν από παντού. Μια σφαίρα βρήκε στο κεφάλι τον Βιλαέτη που άρχισε να αιμορραγεί, ωστόσο συνέχισε να πολεμά. Η άγρια συμπλοκή συνεχίστηκε κι έμειναν να πολεμούν ο Βιλαέτης και τρεις ακόμα γενναίους αγωνιστές. Σε λίγο, ο Ηλείος αρχηγός δέχθηκε βροχή από σφαίρες έπεσε νεκρός. Οι Λαλαίοι ενθουσιάστηκαν και δεν ασχολήθηκαν άλλο με το Λατζόι και το Στρέφι. Έκοψαν το κεφάλι του Χ. Βιλαέτη, το κάρφωσαν σ’ ένα κοντάρι και επέστρεψαν πανηγυρικά στον Λάλα. Γι’ αυτούς, κάθε αντίσταση στην Ηλεία έπαψε με τον θάνατο του Βιλαέτη.

Είναι όμως χαρακτηριστικό, ότι ενώ οι Λαλαίοι περιφρονούσαν τους πάντες, τον Χ. Βιλαέτη, τον θαύμαζαν, αποκαλώντας τον «Φραγκοπαλικάρι».

Αυτό ήταν το ηρωικό τέλος του Χαράλαμπου Βιλαέτη (1788-1821). Ο Νίκος Γιαννόπουλος, στο βιβλίο του «1821.Οι Μάχες των Ελλήνων για την Ελευθερία», γράφει ότι του αρμόζει μια θέση δίπλα στον Αθανάσιο Διάκο και τον Παπαφλέσσα και ίσως δεν έχει άδικο… Να σημειώσουμε επίσης για τον Χ. Βιλαέτη, ότι ήταν αυτός που ύψωσε τη σημαία της Επανάστασης στον Πύργο, στις 26 Μαρτίου 1821 και πριν τις συμπλοκές του με τους Λαλαίους, είχε πολιορκήσει τους Τούρκους στο κάστρο Χλεμούτσι. Υπαρχηγός του στρατιωτικού σώματός του, ήταν ο αδελφός του Νικόλαος, που θα «συναντήσουμε» στη συνέχεια, μυημένος κι αυτός στη Φιλική Εταιρεία στη Ζάκυνθο, όπως κι ο αδελφός του. Ο Νικόλαος Βιλαέτης (1835-1860), που αναφέρει ως αδελφό του η Βικιπαίδεια, ήταν κάποιος άλλος, καταγόμενος βέβαια από την οικογένεια Βιλαέτη…

Οι Επτανήσιοι στην Ηλεία

 
Α. ΜΕΤΑΞΑΣ 

Εκείνη την κρίσιμη στιγμή που οι Ηλείοι είχαν κυριευθεί από απαισιοδοξία εμφανίστηκαν σαν από μηχανής θεοί οι Κεφαλλονίτες Ανδρέας Μεταξάς και Γεράσιμος Φωκάς, με 350 άνδρες και ο Βαγγέλης Πανάς με 100 άνδρες.

Να θυμίσουμε ότι τα Επτάνησα τότε ήταν αγγλοκρατούμενα και οι, γνωστοί ανθέλληες, Βρετανοί έδειχναν μεγάλη αυστηρότητα σε όσους Επτανήσιους έσπευδαν να πολεμήσουν στο πλευρό των επαναστατημένων συμπατριωτών τους. Μάλιστα, οι Κεφαλλονίτες εμφανίστηκαν ως «αρχηγοί και στρατηγοί των ηνωμένων δυνάμεων της Επτανήσου» και κυκλοφόρησαν φήμες ότι αποτελούν το πρώτο τμήμα μεγαλύτερου στρατεύματος. Ο Κ. Μεταξάς, αδελφός του Ανδρέα, αγόρασε στις 17 Μαΐου με δικά του χρήματα, δύο πεδινά τροχοφόρα πυροβόλα από έναν Κεφαλλονίτη πλοίαρχο.

Ήταν ένας από τους χιλιάδες Έλληνες που έδωσαν μέρος της προσωπικής τους περιουσίας για τον Αγώνα. Πολλοί, από αυτούς, πριν το 1821 ήταν πάμπλουτοι και αφού έδωσαν τα πάντα για την Επανάσταση, πέθαναν πάμφτωχοι και αγνοημένοι… Θα ασχοληθούμε κάποια στιγμή με αυτούς, αν και σίγουρα θα παραλείψουμε πολλούς.

Στις 20 Μαΐου 1821, οι Κεφαλλονίτες ξεκίνησαν με κατεύθυνση τον Πύργο. Στην πορεία, ενώθηκαν με πολλές ομάδες χωρικών με ντόπιους αρχηγούς. Στον Πύργο, συναντήθηκαν με 160 Ζακυνθινούς, υπό τον Διονύσιο Σεμπρικό και Πυργιώτες, υπό τον Νικόλαο Βιλαέτη, αδελφό του Χαράλαμπου. Έτσι στους Επτανήσιους, προστέθηκαν και 700 περίπου Ηλείοι, στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν και 100 πολεμιστές από το χωριό Δίβρη (σημ. Λάμπεια), υπό τους Ιωάννη και Αγγελή Πετραλιά, ο οποίος μισθοδοτούσε τους αγωνιστές αυτούς και ξόδεξε για τον Αγώνα 100.000 γρόσια…

Στις 13 Μαΐου, 600 αγωνιστές από την Ολυμπία υπό τους Τ. Χριστόπουλο και Ν. Ζαριφόπουλο, 600 Γορτύνιοι, υπό τον Γ. Πλαπούτα και 250 άνδρες από την Κυπαρισσία, υπό τον Κ. Μέλλιο, κατέλαβαν τη θέση Συκιά. Είχαν σταλεί από τον Θ. Κολοκοτρώνη για να εμποδίσουν τυχόν βοήθεια των Λαλαίων προς την πολιορκούμενη Τριπολιτσά.

Αυτό αποτελεί δείγμα του πόσο υπολόγιζε τους Λαλαίους ο «Γέρος του Μοριά». Οι αρχηγοί των ελληνικών σωμάτων, αποφάσισαν να δράσουν από κοινού.

Η επίθεση στον Λάλα

Στις 29 Μαΐου, το σώμα των Επτανησίων, ξεκίνησε από το Στρέφι και κατέλαβε το Γούμερο, ενώ η δύναμή του είχε αυξηθεί σε 1.500 άτομο. Ήταν η πρώτη φορά που Έλληνες πλησίαζαν τόσο πολύ κοντά στον Λάλα.

 
Γ. ΣΙΣΙΝΗΣ 

Οι Λαλαίοι, για να τους εμποδίσουν να καταλάβουν οχυρές θέσεις γύρω απ’ το χωριό τους, έστειλαν ένα μέρος της δύναμής τους εναντίον των Γορτυνίων και των Ολυμπίων, ενώ οι περισσότεροι κινήθηκαν εναντίον των Ηλείων κα των Επτανησίων. Έχοντας πλέον τους Επτανήσιους δίπλα τους, οι Πελοποννήσιοι αισθάνονταν σιγουριά και αφού κατέλαβαν έναν κοντινό λόφο προς τη θέση «Μνήμα του Μπουτίνη», τοποθέτησαν τα πυροβόλα και άρχισαν να σφυροκοπούν τους Λαλαίους. Η μάχη κράτησε 7 ώρες. Οι Λαλαίοι υποχώρησαν με βαριές απώλειες. 70 από αυτούς σκοτώθηκαν, ενώ οι Έλληνες έχασαν 14 άνδρες.

Η επιτυχία αυτή, τόνωσε το ηθικό των Ελλήνων, ενώ οι Λαλαίοι θορυβήθηκαν ιδιαίτερα. Έβλεπαν για πρώτη φορά στα περίχωρά τους έναν ισχυρό αντίπαλο. Το ίδιο βράδυ, οι Έλληνες κατέλαβαν το χωριό Πούσι που απείχε μισή ώρα από τον Λάλα, όπου επικρατούσε ταραχή. Μάλιστα οι γυναίκες των Λαλαίων, ωρύονταν καθώς έβλεπαν Έλληνες τόσο κοντά τους.

Ο Λάλας, για πρώτη φορά βρέθηκε πολιορκημένος. Αυτό οφειλόταν κυρίως στους Επτανήσιους, που ήταν πειθαρχημένοι και άψογα οργανωμένοι, ενώ είχαν υπηρετήσει στα γαλλικά και τα αγγλικά τάγματα της Επτανήσου.

Σε σύσκεψη που ακολουθούσαν, οι Επτανήσιοι πρότειναν άμεση επίθεση, αντίθετα οι Πελοποννήσιοι ,καθώς οι άνδρες τους δεν είχαν αρκετά πολεμοφόδια και ο οπλισμός τους ήταν ελλιπής, αντέδρασαν. Μάλιστα, ορισμένοι πολεμιστές, μόλις πληροφορήθηκαν ότι ετοιμάζεται επίθεση στον Λάλα, αποχώρησαν.

Ξαφνικά, κυκλοφόρησαν φήμες ότι οι Λαλαίοι ήταν πρόθυμοι να δεχτούν προτάσεις από τους Κεφαλλονίτες για παράδοση. Οι φήμες αυτές προκάλεσαν αναστάτωση στο επτανησιακό στρατόπεδο. Οι επικεφαλής των Επτανησίων, για να αποφύγουν αποχώρηση των ανδρών τους, έστειλαν στις 2 Ιουνίου επιστολή στους Λαλαίους με προτάσεις για παράδοση. Οι Λαλαίοι χρονοτριβούσαν. Έστειλαν μάλιστα ειρωνικό μήνυμα στον Α.Μεταξά: «ολίγα κεράσια του Λάλα(σημ. ήταν τα καλύτερα του Μοριά)και δυο ρεβανιά δι’ αγάπην». Έτσι οι Έλληνες αποφάσισαν επίθεση. Από κακή συνεννόηση, ο Πλαπούτας με τους άνδρες του επιτέθηκαν μόνοι τους στις 9 Ιουνίου. Οι Λαλαίοι τους επιτέθηκαν και τους έτρεψαν σε φυγή. Ο Γ. Πλαπούτας, μέσα στη γενική σύγχυση και τον καύσωνα, έπαθε συμφόρηση και πέθανε.

Ωστόσο, οι Λαλαίοι έχασαν 60 άνδρες, ενώ οι Έλληνες είχαν 13 νεκρούς (11 Πελοποννήσιους και 2 Επτανήσιους).

Οι Λαλαίοι βρίσκονταν σε δεινή θέση. Η πολιορκία της Τριπολιτσάς, είχε γίνει ασφυκτική, ο Ομέρ Βρυώνης καθηλώθηκε στη Βοιωτία, έτσι μπορούσαν να ελπίζουν μόνο σε βοήθεια από την Πάτρα. Πραγματικά, ο Γιουσούφ πασάς, επικεφαλής των Τούρκων της Πάτρας, και 300 ιππείς έφτασαν στον Λάλα. Οι Έλληνες, σκέφτηκαν να αποσυρθούν στην ορεινή Δίβρη, αλλά οι Επτανήσιοι αντέδρασαν.

Τελικά, ο Γιουσούφ επιχείρησε επίθεση στις 13 Ιουνίου. Θαρραλέα τους αντιμετώπισαν οι Ολύμπιοι και το σώμα των ανδρών της Ανδρίτσαινας. Ο Γιουσούφ προσπάθησε να καταλάβει τα πυροβόλα, όμως οι Επτανήσιοι, αν και με βαριές απώλειες, κατάφεραν να τα κρατήσουν. Ο Ανδρέας Μεταξάς τραυματίστηκε και στα δύο χέρια. Ο Γιουρούφ, με βαριές απώλειες (200 νεκρούς), υποχώρησε προς τον Λάλα. Οι Έλληνες που έχασαν 22 Κεφαλλονίτες, 2 Ζακυνθινούς και 60 Πελοποννήσιους, μετακινήθηκαν στην ορεινή Δίβρη.

Την επόμενη μέρα ο Γιουσούφ με όσους Λαλαίους είχαν απομείνει και τα γυναικόπαιδα, αφού σούβλισαν μερικούς αιχμαλώτους, έφυγαν για την Πάτρα. Οι Έλληνες, μπήκαν θριαμβευτές στον Λάλα και έκαψαν το χωριό.

Οι Λαλαίοι, μπήκαν σε πλοία στις 25 Ιουνίου και έφυγαν για την Ανατολή (Ν. Γιαννόπουλος, Δ. Φωτιάδης κ.ά.). Αντίθετα, η Γ. Κολλέκα γράφει ότι σκόρπισαν σε διάφορα αρβανιτοχώρια, κυρίως της Ρούμελης και της Εύβοιας (Ονόματα 8, 1983, 20).

Τα «καλύτερα ντουφέκια του Μοριά», οι Λαλαίοι, το φόβητρο της Ηλείας, και όχι μόνο, δεν φάνηκαν ποτέ πια στην Πελοπόννησο.

Η άθλια συμπεριφορά των Άγγλων στους Έλληνες πολεμιστές

Χωρίς τη βοήθεια των Επτανησίων, πολύ δύσκολα οι Πελοποννήσιοι θα έδιωχναν τους Λαλαίους. Όμως, κατά την επιστροφή τους στα Επτάνησα, Ζακυνθινοί και Κεφαλλονίτες αντιμετώπισαν την άκρως εχθρική στάση των Βρετανών. Αρμοστής των Επτανήσων τότε, ήταν ο περιβόητος Τόμας Μέτλαντ, ο άνθρωπος που πούλησε (με έκπτωση όπως είδαμε…) την Πάργα στον Αλή πασά. Αποφασίστηκε δήμευση των περιουσιών όσων πολέμησαν στον Μοριά, ποινές φυλάκισης κ.ά.

Παράλληλα, βρετανικά πλοία περιπολούσαν διαρκώς για να αποτρέψουν μετακινήσεις των Επτανησίων σε Δυτική Στερεά και Μοριά. Οι πολυμήχανοι Έλληνες όμως, έβρισκαν πάντα τρόπους να ξεφεύγουν και να μάχονται δίπλα στους συμπατριώτες τους.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο Ζακυνθινός Διονύσιος Σεμπρικός ή Κατσιλίβας. Πήρε μέρος στη μάχη του Λάλα και τραυματίστηκε. Επέστρεψε στη Ζάκυνθο για να θεραπευτεί.

Ωστόσο, συνελήφθη και φυλακίστηκε. Με την καταβολή μεγάλης χρηματικής εγγύησης, αφέθηκε ελεύθερος. Μόλις θεραπεύτηκε, δραπέτευσε» πάλι για την Πελοπόννησο όπου συνέχισε να μάχεται.

Τον Σεπτέμβριο του 1822, κανονιοβόλησε αγγλικό πλοίο που περιείχε εφόδια για τους πολιορκημένους Τούρκους του Ναυπλίου, που είχαν σταλεί από τον Άγγλο πρόξενο στην Πάτρα Γκριν και τα οποία πέρασαν σε ελληνικά χέρια. Πολέμησε στο πλευρό του Κολοκοτρώνη και του Καραϊσκάκη εναντίον του Κιουταχή. Επί Καποδίστρια, υπηρέτησε σε στρατιωτικές θέσεις. Πέθανε πάμφτωχος στην Αθήνα. Αυτή είναι δυστυχώς στην Ελλάδα, η μοίρα των ηρώων και των σπουδαίων…

Βασική πηγή μας για το άρθρο αυτό, ήταν το εξαιρετικό βιβλίο του Νίκου Γιαννόπουλου «1821 - Οι Μάχες των Ελλήνων για την Ελευθερία», εκδόσεις HISTORICAL QUEST, 2016, ενώ στοιχεία αντλήσαμε και από τον Β’ Τόμο του έργου του Δημήτρη Φωτιάδη «Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821», ΕΚΔΟΣΕΙΣ Σ.Ι. ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ.


Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας εδώ

Νεότερη Παλαιότερη