Ο Πρόεδρος Τραμπ βαδίζει με βεβαιότητα προς ιστορική νίκη…



Του Νίκου Σταματάκη


 Τρεις ακριβώς μήνες πριν τις κρίσιμες εκλογές της 3ης Νοεμβρίου πολλά στοιχεία δείχνουν ότι η επανεκλογή του Προέδρου Τραμπ είναι εξασφαλισμένη.
 Πρoτού κάποιοι αρχίσετε να απορείτε με την σιγουριά του γράφοντος, θα ήθελα να σας υπενθυμίσω ότι πριν τέσσερα χρόνια, την Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2016 είχα ξεκινήσει την ανάλυση μου για τις επερχόμενες εκλογές της 8ης Νοεμβρίου (που τότε φιλοξένησε η Αθηναϊκή εφημερίδα «Δημοκρατία») με την εξής πρόταση: «Δραματικός θα είναι ο αναπροσανατολισμός της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ με την (πιθανότατη πλέον) εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία….»

 Επειδή λοιπόν είχα τότε την πεποίθηση (ασφαλώς «μετά λόγου γνώσεως», μιας και λόγω σπουδών είμαι από τους λίγους αναλυτές που κατέχουν το ζήτημα των δημοσκοπήσεων εκ των έσω) και το θάρρος να υποστηρίξω, αρκετές εβδομάδες πριν τις εκλογές, με στοιχεία την πολύ πιθανή εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, δικαιούμαι και τώρα ένα παρόμοιο εγχείρημα. 
 Υπό κανονικές συνθήκες δεν θα επιχειρούσα ένα τέτοιο κείμενο πριν τις αρχές Σεπτεμβρίου, επειδή είναι βασική αρχή των πολιτικών αναλυτών να αποφεύγουν σοβαρές προβλέψεις πριν το τέλος του καλοκαιριού. Θεωρούν, δικαίως, ότι οι ψηφοφόροι δεν έχουν επαρκώς συγκεντρώσει την προσοχή τους στα πολιτικά πριν τον Σεπτέμβριο.
 Όμως οι συνθήκες φέτος δεν είναι κανονικές. Η φετινή χρονιά και οι επερχόμενες εκλογές είναι σημαδεμένη από λογής ειδικές περιστάσεις – και όχι μόνον τις επιπλοκές της πανδημίας. 

 Αποτέλεσμα: Το καλοκαίρι αυτό κανείς δεν αισθάνεται ότι είναι σε «διακοπές» και, το σπουδαιότερο, ο οξύς διχασμός σε βαθμό εμφύλιας διαμάχης της αμερικανικής κοινωνίας κρατεί τις πολιτικές αντένες όλων σε υπερένταση. Ταυτόχρονα, η βαθειά διχασμένη αμερικανική κοινωνία έχει ήδη σχηματίσει τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα και οι γραμμές που τα ξεχωρίζουν είναι παντακάθαρες. Επομένως μπορούμε νωρίτερα από το κανονικό να προβούμε σε προβλέψεις. 
Να λοιπόν τα βασικά στοιχεία που προμηνύουν καθοριστική νίκη του Προέδρου Τραμπ: 

 Καταρχήν καμία σημασία δεν αξίζει να δοθεί στις διάφορες δημοσκοπήσεις. Όπως και το καλοκαίρι του 2016 οι ίδιες δημοσκοπήσεις, με τα ίδια «πειραγμένα» δείγματα ψηφοφόρων (όπου πάντοτε υπερτερούν ποσοστιαία κατά πολύ οι Δημοκρατικοί) έδειχναν την Χίλαρι μπροστά κατά 10-12 μονάδες. 
 Ποιά λοιπόν η αξία τους; Μηδενική… Αλλά εκείνο που καθιστά τις δημοσκοπήσεις ακόμα πιο αναξιόπιστες (πολύ περισσότερο από το 2016), είναι το γεγονός ότι έχει παγιωθεί σήμερα στην Αμερική ένα κλίμα «αριστερού φασισμού», όπου όλοι όσοι ανήκουμε στον συντηρητικό χώρο φοβόμαστε, ή κατ’ελάχιστο διστάζουμε, να εκφράσουμε δημόσια τις πολιτικές μας αντιλήψεις υπό την απειλή λογής «αντιποίνων». 
Έτσι, ενώ η αριστερή πλευρά του πολιτικού φάσματος εκφράζεται με άνεση και ελευθερία καθ’ οιονδήποτε τρόπο και σε όλα τα μέτωπα, η συντηρητική πλευρά νοιώθει καταπίεση – και τούτο είναι πασιφανές τελευταία στην ασκούμενη λογοκρισία των συντηρητικών απόψεων στα κοινωνικά μέσα. 
Αλλά αυτό το κλίμα έχει μια επιπλέον σημαντική συνέπεια:
 Eχει σχηματισθεί μια μεγάλη «σιωπηλή πλειοψηφία» (και δεν είναι η πρώτη φορά στην σύγχρονη αμερικανική ιστορία – βλ. προεδρικές εκλογές 1972 με την συντριπτική νίκη του Νίξον επί του Μαγκόβερν με 60%), ανθρώπων αποφασισμένων να κατέβουν στις κάλπες και να παλέψουν για τις ιδέες τους με την ισχυρή πίστη ότι δίνεται ένας «υπέρ πάντων» αγώνας για τα “αμερικανικά ιδανικά», τα κατοχυρωμένα από το Σύνταγμα του 1776 και την Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας… 
Πρόκειται για μια σιωπηλή πλειοψηφία που είναι αποφασισμένη να ψηφίσει με πάθος Τραμπ, «δαγκωτό» όπως λέγαμε παλιότερα στην Ελλάδα… 
 Το πάθος αυτό, το κίνητρο ψήφου, είναι σημαντικός παράγοντας που καθορίζει άμεσα το εκλογικό αποτέλεσμα.
 Τη φορά μάλιστα αυτή αντίπαλος του Τραμπ δεν είναι κάποιος αξιόμαχος (όπως ήταν η Χίλαρι, παρά την γενική αντιπαθητικότητά της), αλλά ένας ολοφάνερα ημιθανής πολιτικός, που ακόμα και στα νιάτα του ήταν γνωστός για τις γκάφες του, την ανακολουθία του, τις λογοκλοπές του, την ανερμάτιστη, εγωϊστική του προσωπικότητα και τον τυχοδιωκτισμό του.
 Ένας άνθρωπος που πέρασε όλη του τη ζωή στο «βούρκο» της Ουάσιγκτον επωφελούμενος προσωπικά – όπως άλλωστε έκανε και μέχρι πολύ πρόσφατα στην Κίνα και την Ουκρανία… 
Στο κλίμα αυτό, έχω προσωπικά ακούσει πολλές «εξομολογήσεις» τελευταία από δεδηλωμένους δημοκρατικούς ψηφοφόρους ότι δεν μπορούν – ούτε καν συρόμενοι – να ψηφίσουν τον Μπάιντεν… 
 Εάν μάλιστα ο Μπάιντεν διαπράξει το λάθος να εμφανιστεί σε αναμέτρηση/ντιμπέιτ απέναντι στον Τραμπ είναι κοινή η πεποίθηση ότι θα υπογράψει εκεί την ήττα του… 
Αλλά η εκλογή θα κριθεί κυρίως στα λεγόμενα “battleground states”, στις περίπου 15-16 αμφίρροπες πολιτείες (όπως πχ Φλόριδα, Πενσιλβάνια, Ουισκόνσιν, Μίσιγκαν, Οχάιο, κλπ…) Τι ακριβώς συμβαίνει εκεί; 

Μας το λέει καθαρά όχι κάποιο μέσο φιλικά προσκείμενο στον Τραμπ, αλλά το «αριστερό» CNN: 
σε πρόσφατη αξιοσημείωτη έρευνα σε focus groups αναποφάσιστων, 22 στους 33 «αναποφάσιστους» ψηφοφόρους προτιμούν Τραμπ… 
 Υπάρχει σωρεία ενδείξεων ότι τόσο η αφροαμερικανική όσο και η ισπανόφωνη κοινότητα θα ψηφίσουν τον πρόεδρο Τραμπ σε ποσοστά κατά πολύ μεγαλύτερα σε σύγκριση με οποιονδήποτε άλλο ρεπουμπλικανό υποψήφιο πρόεδρο τις τελευταίες δεκαετίες. 
 Ειδικά οι αφροαμερικανοί έχουν ιδιαίτερους λόγους να αισθάνονται ευγνωμοσύνη επειδή ευνοήθηκαν ιδιαίτερα από: 
1) Την αναμόρφωση του σωφρονιστικού συστήματος. 2) Την μεταναστευτική πολιτική. 3) Την οικονομική πολιτική και ειδικά από το πρόγραμμα των “ζωνών επιχειρηματικότητας” στις μεγαλουπόλεις. 
4) Το σπουδαιότερο, αποβλέπουν στην επέκταση των ιδιωτικών σχολείων charter, που θα δώσουν σωστή εκπαίδευση στα παιδιά τους…
 Δεν θα παρέλειπα από την ανάλυση αυτή να σημειώσω και τον καθηγητή του αγαπημένου μου πανεπιστημίου Stony Brook, τον Helmut Norpoth, του οποίου το περίφημο μοντέλο (“primary model”), έχει αποδειχθεί επιτυχές στις 19 από τις 20 τελευταίες προεδρικές αναμετρήσεις. Το μοντέλο αυτό βασίζεται όχι σε δημοσκοπήσεις, αλλά κυρίως σε πραγματικές εκλογές μικρής/τοπικής κλίμακας. Αυτές οι “μικρές/τοπικές” εκλογές φέτος έδειξαν ότι ο πρόεδρος Τραμπ έχει 91% πιθανότητες επανεκλογής!!! . 

Αλλά ο κυριώτερος παράγων που δημιουργεί την πεποίθηση για την επερχόμενη μεγάλη ήττα των Δημοκρατικών και του Μπάιντεν είναι το απλούστερο – και βασικότερο – μάθημα πολιτικής. 
Το μάθημα αυτό, που οφείλουν να γνωρίζουν όλοι οι υποψήφιοι οιασδήποτε μορφής και όπου της Γης, λέει απλά ότι εάν θέλεις να κερδίσεις εκλογές πρέπει να μετακινηθείς προς τον «κεντρώο χώρο».
 Ο Μπάιντεν και οι Δημοκρατικοί, όχι μόνο δεν κάνουν καμία προσπάθεια να μετακινηθούν προς το κέντρο, αλλά με τον πιο επιδηκτικό (και μάλιστα απειλητικό για τον μέσο αμερικανό και ειδικά για τους «νοικοκυραίους»…) τρόπο έχουν τελείως στραφεί στα αριστερά ακολουθώντας την ανεκδιήγητη Αλεξάνδρια Οκάσιο Κορτέζ. 
 Ζητούν, ανάμεσα στα πολλά απαράδεκτα του προγράμματος Μπάιντεν, αποδόμηση της αστυνομίας, κάτι που θα πληρώσουν πανάκριβα… 
Εάν οι Δημοκρατικοί δεν αλλάξουν πορεία κατευθυνόμενοι προς το κέντρο, και εάν δεν επιχειρήσουν με κάποιο «ζογκλερικό» τρόπο να αλλάξουν υποψήφιο έστω και την ύστατη αυτή στιγμή, οδηγούνται με μαθηματική ακρίβεια σε μια ιστορική ήττα. 
Και σερβίρουν στον πιάτο – ευτυχώς για την Αμερική αλλά και την υφήλιο που ζει σε μια ιστορική καμπή – μια μεγάλη νίκη στον πρόεδρο Τραμπ. 
 Η νίκη αυτή πιθανότατα θα συνοδευτεί από επικράτηση και στα δύο νομοθετικά σώματα, Βουλή και Γερουσία. 
Τις παραμέτρους αυτής της πορείας θα έχουμε ασφαλώς την ευκαιρία να αναλύσουμε στους επόμενους μήνες με κάθε λεπτομέρεια… 

πηγη

Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας εδώ

Νεότερη Παλαιότερη