Ασύμβατες με το Σύνταγμα διατάξεις που βρίσκονται στην «καρδιά» του νομοσχεδίου εκτιμά στο πόρισμά της.
Αντισυνταγματικό -σε 5 τουλάχιστον σημεία- κρίνει το νομοσχέδιο για τις υπαίθριες συναθροίσεις, η επιστημονική επιτροπή της Βουλής, που σήμερα γνωστοποίησε την έκθεσή της για το νομοθέτημα που ρυθμίζει τα ζητήματα των διαδηλώσεων. Η συζήτηση του νομοσχεδίου ξεκίνησε σήμερα και ολοκληρώνεται αύριο Πέμπτη.
Από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΚΕ και του Μέρα25 τέθηκε θέμα αντισυνταγματικότητας του νομοσχεδίου. Η ένσταση, όμως, απορρίφθηκε από την κυβερνητική πλειοψηφία.
Το νομοσχέδιο θυμίζουμε ότι θα ψηφιστεί από τη Νέα Δημοκρατία, το Κίνημα Αλλαγής και πιθανότατα την Ελληνική Λύση.
Η επιστημονική επιτροπή θέτει θέματα περιορισμού του κατοχυρωμένου δικαιώματος του «συνέρχεσθαι» ενώ εστιάζει στους όρους τυχόν απαγόρευσης μίας διαδήλωσης εκτιμώντας ότι είναι αντίθετες τόσο στις διατάξεις του Συντάγματος, όσο και σε αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Μάλιστα ενδιαφέρον έχει το ότι γίνεται επίκληση αποφάσεων πουν έχουν ληφθεί κατά της Ουγγαρίας και της Ρωσίας. Παράλληλα στο κείμενο της επιστημονικής επιτροπής γίνεται αναφορά σε αρθρογραφία του υπουργού Επικρατείας Γιώργου Γεραπετρίτη ως συνταγματολόγου.
Για την παράλειψη γνωστοποίησης: Η επιτροπή δεν την κρίνει ως ουσιώδη λόγο απαγόρευσης διαδήλωσης. Όπως αναφέρει «µόνη η παράλειψη της γνωστοποίησης δεν επηρεάζει τη νοµιµότητα της συνάθροισης, ούτε διαφοροποιεί τη συνταγµατική προστασία της µη γνωστοποιηθείσας συνάθροισης. Συναφώς, η απόφαση υπ’ αριθ. 13005/76 του Μονοµελούς Πληµµελειοδικείου Αθηνών (ΤοΣ 1977 σελ. 178- 181) έκρινε ότι ο συντακτικός νοµοθέτης δεν θέτει ως «προϋπόθεσιν του νοµίµου της συναθροίσεως προηγουµένη άδειαν ή γνωστοποίησιν ή άλλας διατυπώσεις και περιοριστικάς εξειδικεύσεις». Εξάλλου, οι αυθόρµητες, ήτοι χωρίς γνωστοποίηση συναθροίσεις, απολαύουν συνταγµατικής προστασίας, δεδοµένου ότι το Σύνταγµα δεν διακρίνει µεταξύ γνωστοποιηθείσας και µη γνωστοποιηθείσας συνάθροισης».
Για τους όρους απαγόρευσης: Σύμφωνα με την έκθεση «μόνη η µη γνωστοποίηση συνάθροισης δεν µπορεί να αποτελεί νόµιµο έρεισµα για τη διάλυσή της. Στο πλαίσιο αυτό, το νοµοσχέδιο αναφέρει στο άρθρο 9 παρ. 1 περ. δ΄ ως λόγο διάλυσης την περίπτωση µη γνωστοποιηθείσας συνάθροισης, το οποίο, όµως, δεν ισχύει στην περίπτωση µη γνωστοποιηθείσας αυθόρµητης συνάθροισης για την οποία δεν διαφαίνονται κίνδυνοι διασάλευσης της δηµόσιας ασφάλειας ή σοβαρής διατάραξης κοινωνικοοικονοµικής ζωής»
Για την απαγόρευση αντιδιαδήλωσης: «Το νοµοσχέδιο αναφέρει και έναν τρίτο λόγο, ο οποίος αφορά τη διάλυση της λεγόµενης «αντιδιαδήλωσης». Συναφώς, το ΕΔΔΑ έχει κρίνει ότι το Κράτος έχει θετική υποχρέωση να προστατεύσει την ελευθερία του συνέρχεσθαι αµφότερων των οµάδων διαδηλωτών, και πρέπει να επιλέγει τα λιγότερα επαχθή µέσα τα οποία δύνανται επί της αρχής να επιτρέπουν και στις δύο (αντιτιθέµενες) συναθροίσεις να λάβουν χώρα. Κρίθηκε ότι η άνευ όρων απαγόρευση «αντιδιαδηλώσεων» συνιστά ιδιαίτερα επαχθές µέτρο, που απαιτεί συγκεκριµένη αιτιολόγηση, ιδίως όταν η συνάθροιση σχετίζεται µε ζήτηµα δηµοσίου συµφέροντος».
Για το δικαίωμα του συνέρχεσθαι: Σύμφωνα με την έκθεση «όπως αναλύθηκε ανωτέρω, εκ της συνταγµατικής προστασίας της οποίας απολαύει η ελευθερία του συνέρχεσθαι, προκύπτει ότι η απαγόρευση αποτελεί το έσχατο µέτρο που λαµβάνεται, δηλαδή, όταν δεν µπορούν να επιβληθούν άλλα µέτρα προκειµένου να ασκηθεί το δικαίωµα διαφορετικά».
Για τις αστικές ευθύνες των οργανωτών της διαδήλωσης: Αναφέρεται πως «µπορεί θεµιτά να θεσπισθούν υποχρεώσεις µέριµνας για τους οργανωτές, οι οποίες αφορούν πρωτίστως στην αναγκαία γνωστοποίηση και συνεργασία µε τις αρχές για τη διασφάλιση του ειρηνικού χαρακτήρα της συνάθροισης, αλλά δεν άγουν σε υποκατάσταση των οργανωτών των συναθροίσεων στις συνταγµατικές υποχρεώσεις του κράτους».
Σημειώνεται επίσης στην έκθεση ότι το νομοσχέδιο «καθιερώνει γενική ευθύνη δίχως να απαιτείται να επικαλεσθεί ο ενάγων συγκεκριµένη παράβαση η οποία να τελεί σε αιτιώδη συνάφεια µε τη βλάβη, και, αφετέρου, θέτει ως λόγο αποκλεισµού της ευθύνης την επίκληση και απόδειξη από τον οργανωτή της λήψης εκ µέρους του όλων των αναγκαίων, κατά το άρθρο 4 του νοµοσχεδίου, µέτρων».