Τον δρόμο της ακύρωσης των ρυθμίσεων με τις οποίες η κυβέρνηση επιχείρησε να αμνηστεύσει οριστικά τα τραπεζικά στελέχη εναντίον των οποίων εκκρεμούν κατηγορίες κακουργηματικής απιστίας ανοίγουν δύο πρόσφατα βουλεύματα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών σύμφωνα με πρωτοσέλιδο δημοσίευμα της Εφημερίδας των Συντακτών.
Και τα δύο βουλεύματα του Συμβουλίου, που έκρινε με διαφορετική σύνθεση δύο διαφορετικές υποθέσεις δίωξης στελεχών πιστωτικού ιδρύματος οι οποίες εκκρεμούσαν από την προηγούμενη δεκαετία, κατέληξαν στο πανομοιότυπο συμπέρασμα ότι οι διατάξεις είναι αντισυνταγματικές και κατά συνέπεια ανεφάρμοστες.
Αυτή η κρίση αφορά τόσο την εκπρόθεσμη τροπολογία του υπουργού Δικαιοσύνης Γ. Τσιάρα, με την οποία άλλαξε το σχετικό άρθρο του νέου ποινικού κώδικα επιβάλλοντας έγκληση (από τις διοικήσεις των τραπεζών) αντί αυτεπάγγελτης δίωξης των κατηγορούμενων για απιστία στελεχών, όσο και τη διάταξη της ΠΝΠ του περασμένου Απριλίου που εξαίρεσε ειδικά τις εγκλήσεις κατά τραπεζικών στελεχών από το χρονικό περιθώριο που δόθηκε για τις άλλες εκκρεμείς ποινικές υποθέσεις.
Και στις δύο περιπτώσεις το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθήνας καλεί τους αρμόδιους εισαγγελείς να εξετάσουν την ουσία των υποθέσεων, δηλαδή να διερευνήσουν και να υποβάλουν προτάσεις για ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες των κατηγορούμενων.
Συγκαλυμμένη αμνηστία
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, οι διατυπώσεις των βουλευμάτων είναι αποκαλυπτικές και κατηγορηματικές για τις πονηρές προθέσεις του νομοθέτη, δηλαδή την κυβέρνηση της Ν.Δ., που έσπευσε να αλλάξει το περασμένο καλοκαίρι το άρθρο 405 του Ποινικού Κώδικα (με τον Ν. 4637/2019, αρ. 12, παρ. 3) και στη συνέχεια να καταθέσει, στην κορύφωση της πανδημίας και με τη Βουλή κλειστή, το άρθρο 46 της ΠΝΠ της 13.4.2020 (κυρώθηκε με τον Ν. 4690/2020).
«Η διάταξη του άρθρου 405 παρ. 1 β’ ΠΚ τόσο αυτοτελώς κρινόμενη όσο και σε συνδυασμό με το τεσσαρακοστό έκτο άρθρο της ΠΝΠ… είναι αντισυνταγματική (ως παραβιάζουσα τις αρχές της ισότητας, ως περιορίζουσα αδικαιολόγητα το δικαίωμα πρόσβασης στη Δικαιοσύνη, αλλά και ως υποκρύπτουσα συγκαλυμμένη αμνηστία) και για τον λόγο αυτό ανεφάρμοστη», με περαιτέρω αποτέλεσμα να μην εξαλείφει από μόνη της η μη υποβολή έγκλησης ή δήλωσης συνέχισης της διαδικασίας το αξιόποινο έγκλημα της κακουργηματικής απιστίας σε βάρος τραπεζικών ιδρυμάτων, αναφέρει χαρακτηριστικά το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών (2165/2020, που εκδόθηκε στις 17/7).
Όμως και το δεύτερο βούλευμα του Συμβουλίου (2147/2020), με ίδια ημερομηνία έκδοσης και διαφορετική σύνθεση, κατέληξε στο ίδιο κατηγορηματικό συμπέρασμα.
Η υπόθεση εδώ αφορούσε μεν αρχικά κακουργηματική δίωξη για απιστία σε βάρος τραπεζικών στελεχών αλλά στη συνέχεια οι δικαστές διαπίστωσαν και ενδείξεις ποινικών ευθυνών της ανώνυμης εταιρείας που είχε αναλάβει την ειδική εκκαθάριση της τράπεζας μετά τον διαχωρισμό της σε «καλή» και «κακή».
Όπως επισημαίνεται στο δημοσίευμα, σύμφωνα με το Συμβούλιο η διάταξη περί αναγκαιότητας έγκλησης για την ποινική δίωξη κακουργηματικής απιστίας επιχειρήσεων του χρηματοπιστωτικού τομέα «καθίσταται ανεφάρμοστη λόγω της αντίθεσής της στο Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου», ενώ το επιχείρημα περί «διασφάλισης της απρόσκοπτης, άνευ ποινικών εκκρεμοτήτων οικονομικής δραστηριότητας των επιχειρήσεων του χρηματοπιστωτικού τομέα ως ουσιώδους πυλώνα του εθνικού οικονομικού συστήματος» δεν μπορεί να θεωρηθεί «λόγος εγκείμενος στο κοινωνικό ή εθνικό συμφέρον, καθώς σύμφωνα με την κοινή πείρα και λογική οι τράπεζες και οι αυτές εν γένει επιχειρήσεις του χρηματοπιστωτικού τομέα δεν αποτελούν συνιστώσα της εθνικής οικονομίας πιο σημαντική από τις μεγάλες επιχειρήσεις του λιανεμπορίου, ή από τις ναυτιλιακές, ή τις εταιρείες τηλεπικοινωνιών με χιλιάδες εργαζόμενους, ή από τις ευμεγέθεις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας (ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ)».
Και σε μια ακόμη πιο αιχμηρή διατύπωση οι δικαστές επισημαίνουν ότι με τις επίμαχες διατάξεις του Ποινικού Κώδικα και της ΠΝΠ προωθείται η «απαγορευμένη/συγκαλυμμένη αμνήστευση ποινικών αδικημάτων για μια συγκεκριμένη κατηγορία προσώπων κατά παράβαση των άρθρων 26 και 47 του Συντάγματος», που προβλέπουν αμνηστία μόνο για πολιτικά εγκλήματα.
ΣΥΡΙΖΑ: Το «επιτελικό» κράτος του κ. Μητσοτάκη στην υπηρεσία των τραπεζών
«Οι δικαστικές αποφάσεις που φέρνει στη δημοσιότητα το πρωτοσέλιδο της Εφημερίδας των Συντακτών, αποκαλύπτουν τις απροκάλυπτες μεθοδεύσεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη» ανέφερε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Και πρόσθεσε: «Η κυβέρνηση προχώρησε σε διατάξεις-δώρο στους τραπεζίτες, παραβιάζοντας θεμελιώδεις αρχές του Συντάγματος. Οι δικαστικές αποφάσεις επιβεβαιώνουν ότι η κυβέρνηση αδιαφορεί για το κράτος δικαίου. Το μόνο που την ενδιαφέρει είναι η προάσπιση των ισχυρών».
«Για μια ακόμα φορά, επιβεβαιώνεται ότι το "επιτελικό" κράτος του κ. Μητσοτάκη είναι το κράτος στην υπηρεσία των τραπεζικών στελεχών και των μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων» κατέληξε ο ΣΥΡΙΖΑ.
ΥΓ: Οι ληστρικές συμμορίες του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, θα βγάλουν όλα τα άπλυτά τους στη φόρα με το διαρκές κυνηγητό μέχρι εξοντώσεως του αντιπάλου. Η αλληλοεξόντωση αυτή μόνο ωφέλιμη μπορεί να είναι για τον Ελληνικό λαό.