Μπάμπης Παπαδημητρίου(αριστερός): μέχρι πριν από λίγο καιρό, δεν αισθάνθηκα να με απειλεί κάποιος. Αυτό άρχισε να γίνεται δυστυχώς με την άνοδο του μείγματος της αριστεροδεξιάς!!!

Στην τριαντάχρονη πορεία του στο οικονομικό ρεπορτάζ, ο Μπάμπης Παπαδημητρίου τα έχει κάνει όλα: άρθρα, διευθυντικές θέσεις, σχολιαστής στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση. Αυτή η τελευταία είναι που τον έκανε διάσημο – και εσχάτως, στόχο.
Μέσα στα χρόνια της δουλειάς, όπως ο ίδιος επισημαίνει, πολλές φορές έτυχε να τσακωθεί με κάποιον ή με κάποιους. Αλλά με μια διαφορά. «Ποτέ μέχρι πριν από λίγο καιρό δεν αισθάνθηκα να με απειλεί κάποιος. Μπορεί να έχω «βριστεί» με πολιτικούς, αλλά ποτέ δεν εκστόμισε εκείνος κάποια απειλή. Αυτό άρχισε να γίνεται δυστυχώς με την άνοδο αυτού του μείγματος της αριστεροδεξιάς». Φτάνοντας κιόλας στο σημείο να δεχθεί αγωγές από συναδέλφους του.
Κύριε Παπαδημητρίου, πόσο εύκολα περνά ένας δημοσιογράφος από την εφημερίδα στην τηλεόραση;
Με βοήθησε πολύ το ραδιόφωνο, που προηγήθηκε της τηλεόρασης. Είναι ένα καλό, γλυκό Μέσο, με τεράστια ελευθερία. Δεν έχει τον περιορισμό της τηλεόρασης, όπου πρέπει να τα πεις πολύ γρήγορα, μαζεμένα, συχνά εντυπωσιακά. Αυτό που έκανε τα πράγματα διαφορετικά ήταν η κρίση. Ηδη από το ραδιόφωνο είχε αρχίσει, έστω λίγο, η φωνή ήταν ένα σημείο αναγνώρισης, να με ρωτούν πολλοί για τα οικονομικά.
Η τηλεοπτική σας καριέρα αρχίζει με τον ΣΚΑΪ;
 
Ναι, το 2006, με τον ΣΚΑΪ (νούμερο 2). Ημουν εκεί από την πρώτη μέρα. Η επιλογή ήταν να δημιουργηθεί ένα νέο μέσο ενημέρωσης που θα έβλεπε την είδηση στην ουσία της και θα έδινε ξεχωριστή σημασία στις οικονομικές ειδήσεις. Ο Γιάννης Αλαφούζος το πίστευε πολύ, όπως πολλά χρόνια πριν, το 1989, είχε κάνει ο πατέρας του, Αριστείδης Αλαφούζος, όταν δημιουργήσαμε στην «Καθημερινή» τις πορτοκαλί σελίδες, το οικονομικό ένθετο.
Πόσο καθόρισε η κρίση τα πράγματα;
 
Οταν το 2008 φάνηκε η παγκόσμια χρηματοικονομική κρίση, ήμασταν λίγοι εκείνοι που καταλάβαμε πόσο βαρύ ήταν αυτό που ερχόταν. Κανείς όμως, ούτε εγώ ούτε κανείς άλλος, δεν φανταζόταν ποτέ ότι θα μας έπαιρνε τόσο πολύ «από κάτω», ειδικά εδώ στην Ελλάδα. Στην αρχή τα πράγματα ήταν αρκετά ενδιαφέροντα γιατί πολύς κόσμος ήθελε να μάθει. Τώρα, με όλα όσα έχουν γίνει όλα έχουν αλλάξει, προς το χειρότερο. Τώρα που ένας στους τρεις δεν ζει μόνον με τη φτώχεια, αλλά ζει μέσα στη φτώχεια κι έρχεται ένας υπουργός της κυβέρνησης, από τους καλοπερασάκηδες μάλιστα, και λέει δεν υπάρχει φτώχεια. Αυτό είναι ύβρις.
Πώς χειριστήκατε τη σχέση σας με το κοινό;
 
Από την αρχή ήξερα ότι δεν θα πω τίποτα που δεν το πιστεύω ο ίδιος, δεν το έχω ερευνήσει και δεν η δική μου σκέψη. Αρα δεν θα άκουγα ποτέ κόμματα, υπουργούς, ούτε μόνον έναν ειδικό, αλλά θα χρειαζόμουν τη γνώμη περισσοτέρων. Ημουν τυχερός γιατί είχα ήδη μια ευρεία εμπειρία, και δημοσιογραφική, αλλά και επαγγελματική, γιατί είχα δουλέψει σε οικονομικούς οργανισμούς, στην κυβέρνηση, σε τράπεζες, σε εξειδικευμένα οικονομικά θέματα. Ηταν και το αντικείμενο των σπουδών μου. Οταν πρωτομίλησα λοιπόν, ήξερα για τι μιλούσα και ένιωθα σίγουρος.
Πότε αρχίσατε να νιώθετε ότι το κλίμα αλλάζει;
 
Σε αντίθεση με όσα νομίζουν κάποιοι, συνάντησα από τον κόσμο το ζωηρότατο ενδιαφέρον αλλά και την κριτική, την ενδιαφέρουσα ερώτηση, καλόπιστα και ανοιχτόκαρδα. Το ότι με αναγνώριζαν όλο και περισσότεροι και ότι το μήνυμα που εξέπεμπα δεν ήταν πάντα ευχάριστο, προκαλούσε βεβαίως διαφορετικές αντιδράσεις. Αλλοι ένιωθαν την ανάγκη να μου πουν «καλά τα λες» κι άλλοι να εκφράσουν πάνω μου τη δυσαρέσκειά τους, λες και φταίει ο αγγελιοφόρος και όχι το μήνυμα. Πάντως, οι μόνοι που συμπεριφέρθηκαν εχθρικά ήταν οι εγκάθετοι και οι κομματικοί. Κι ήταν από πολλές παρατάξεις – όλοι αυτοί όμως είχαν μια φασιστική νοοτροπία.
Πόσο επηρεάστηκε η προσωπική σας ζωή;
 
Κοιτάξτε, η αναγνώριση που φέρνει η τηλεόραση ήταν εξαιρετικά δυσάρεστη για την προσωπική μου ζωή. Είναι σημαντικό να προστατεύεις την ιδιωτική και οικογενειακή σου ζωή και να μην μπορεί κανείς να ανακατεύεται. Είναι μια απώλεια της ιδιωτικότητας πολύ βαριά για τους ανθρώπους που το βιώνουν. Τότε κατάλαβα καλύτερα και συμπεριφορές συναδέλφων στην τηλεόραση που πριν δεν αντιλαμβανόμουν επαρκώς. Ημουν όμως επαγγελματικά ώριμος, είχε ήδη επιτύχει περισσότερα από όσα μπορούσα ποτέ να ελπίζω, ώστε να μη με παρασύρει η δημοσιότητα και το σταριλίκι.
Οταν το κλίμα άρχισε να γίνεται επιθετικό, αναθεωρήσατε καθόλου τη στάση σας στην τηλεόραση;
Ούτε μια στιγμή. Αυτή ήταν και είναι η δουλειά μας. Το προβληματικό στοιχείο στην τηλεόραση είναι ότι ενώ βοηθά να απευθυνθείς σε πολύ κόσμο, δεν βοηθά να εξηγήσεις σε βάθος. Το άλλο ήταν ότι για ένα μεγάλο διάστημα οι περισσότεροι δεν είχαν καταλάβει τις διαστάσεις του θέματος της κρίσης. Πίστευαν ίσως ότι υπάρχει πολιτική λύση, ότι με μια πολιτική απόφαση μπορούσαμε να αποφύγουμε τη δυσάρεστη προσαρμογή. Κατά τη γνώμη μου, οι πολιτικοί χειρισμοί ερχόντουσαν να καταπραϋνουν, να αγριέψουν, να επηρεάσουν τα πραγματικά γεγονότα. Αλλά δεν μπορούσαν να αλλάξουν άρδην την πραγματικότητα.
Στην τελευταία διετία, επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, η δημοσιογραφία και οι δημοσιογράφοι στοχοποιήθηκαν. Εσείς είστε ένας από αυτούς. Νιώσατε, νιώθετε απειλή;
Στα τριάντα χρόνια δημοσιογραφίας, έτυχε πολλές φορές να τσακωθώ με πολλούς ανθρώπους, πολιτικούς, επιχειρηματίες, Ελληνες, ξένους και ήταν συχνά βίαιες συγκρούσεις. Κι όμως, ποτέ, μέχρι πριν από λίγο καιρό, δεν αισθάνθηκα να με απειλεί κάποιος. Μπορεί να έχω «βριστεί» με πολιτικούς, αλλά ποτέ δεν εκστόμισε εκείνος κάποια απειλή. Αυτό άρχισε να γίνεται δυστυχώς με την άνοδο του μείγματος της αριστεροδεξιάς, οι οποίοι ίσως επειδή δεν ήξεραν πώς κυβερνώνται χώρες σαν τη δική μας, άφηναν συχνά μια απειλή να πλανάται εναντίον σου.


Οι απειλές προέρχονται μόνον από την Αριστερά;
 
Εγώ δέχθηκα επιθέσεις ντυμένες και με άλλα ρούχα, από ακροδεξιούς, ή από ανθρώπους που αν και τοποθετούνται στην Αριστερά, είναι από την έκφρασή τους -ελπίζω όχι και στην προσωπική τους ζωή- φασίστες. Αρα υπήρχε ένας φασισμός της Αριστεράς που εκδηλώθηκε. Προέρχομαι και έχω μεγαλώσει σε ένα περιβάλλον αριστερό, ήξερα ότι η πιο μεγάλη αδυναμία της Αριστεράς είναι ο αυταρχισμός και η ευκολία με την οποία μπορούσαν οι αριστεροί να υπεκφεύγουν ή να υιοθετούν μεθόδους που θα έπρεπε να είναι μακριά από ανθρώπους που αγαπούν την ελευθερία.
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα και με αυτή τη νοοτροπία, η κυβέρνηση άνοιξε το θέμα των αδειών.
 
Πράγματι δεν βάλαμε ποτέ σε τάξη το ραδιοτηλεοπτικό τοπίο, ώστε να δίνει το ΕΣΡ τις άδειες και να ελέγχει κάθε τόσο ότι τηρούνται οι προϋποθέσεις. Αλλά με αυτή την αφορμή δεν μπορούσα ποτέ να φανταστώ ότι θα επιχειρούσε μια ολόκληρη κυβέρνηση, με τον πρωθυπουργό της πρώτον, να μειώσει το εύρος της έκφρασης και της ελευθερίας. Το θέμα δεν ήταν τεχνικό, αλλά αφορούσε στο ποιες φωνές μπορούν να ακούγονται. Δεχθήκαμε μια επίθεση και δεν ήμασταν καλά προετοιμασμένοι, αλλά παρά ταύτα τα καταφέραμε.
Ημουν πέρυσι στην Κίνα και μέτρησα πάνω από εκατό κανάλια. Αυτό δεν σημαίνει ότι το καθεστώς εκεί είναι ελεύθερο. Αρα στις δικές μας κοινωνίες όταν προσπαθείς να περιορίσεις κάτι που είναι δεδομένο, καταλαβαίνει κανείς ότι επρόκειτο για μια πολύ κακή πρωτοβουλία της κυβέρνησης και προσωπικά του Νίκου Παππά.
Πιστεύετε ότι αυτές οι πρωτοβουλίες απέβλεπαν και αποβλέπουν σε περιορισμό της ελευθερίας της έκφρασης;
Το μεγάλο πρόβλημα της Αριστεράς, και ειδικά στην Ελλάδα, είναι ότι ποτέ δεν κατάλαβαν ότι ελευθερία υπάρχει όταν υπάρχει ελευθερία του ατόμου. Εμειναν πολύ κοντά στις θεωρίες περί ελευθερίας του λαού, περί συλλογικής ελευθερίας. Εγώ που το έψαξα λίγο παραπάνω, έβλεπα σε όλους τον ίδιο κίνδυνο εκτροπής στον αυταρχισμό. Με ενοχλούσε πολύ και συχνά ξεπερνούσαν τα όρια του επικίνδυνου. Η κυβέρνηση κάνει κάτι που είναι πιο κοντά στην κουλτούρα της κινηματικής αριστεράς. Λέει δηλαδή «εγώ είμαι κυβέρνηση και αποφασίζω και όλοι ακολουθούν». Αυτό δεν γίνεται σε αυτές εδώ τις δημοκρατίες, ούτε και πουθενά αλλού, πλην των στρατοκρατικών καταστάσεων.
Στις επιθέσεις που έχουν γίνει κατά καιρούς εναντίον σας, και είναι γεμάτο το διαδίκτυο, πώς απαντάτε;
Δεν ασχολήθηκα σχεδόν ποτέ με την προσωπική στοχοποίηση που μου έγινε. Απάντησα σε ελάχιστες περιπτώσεις, όταν αισθάνθηκα ότι είχα ένα μερίδιο ευθύνης, ότι δεν είχα εκφραστεί επαρκώς καλά και έπρεπε να εξηγήσω, όπως τότε με τη φράση μου για τη Χρυσή Αυγή. Δεν αλλάζω ούτε λέξη από αυτό που εννοούσα τότε, απλώς θα έπρεπε να το εκφράσω λιγότερο σύνθετα. Ξέρετε, ως κανόνα έχω ότι δεν απαντάς σε ανθρώπους που βρίζουν. Δεν έχω κάνει καμία μήνυση ή αγωγή – όχι ότι δεν είχα την ευκαιρία ή τον θυμό για να το κάνω. Είπα ότι δεν θα μπω σε αυτή τη διαδικασία».
Ωστόσο, είχατε δύο περιστατικά που πήραν τον δρόμο της Δικαιοσύνης, με τον Νίκο Χατζηνικολάου και τα δύο και σε ένα από αυτά με τον Γιώργο Τράγκα…
Νομίζω ότι και ο ίδιος ο Χατζηνικολάου, αν ερωτηθεί τώρα και ειλικρινώς απαντήσει, θα πει ότι κακώς έκανε ό,τι έκανε. Μου έκανε δύο αγωγές. Η μία για ένα άρθρο στην «Καθημερινή» και η άλλη για ένα σχόλιο στον ΣΚΑΪ. Με το σχόλιο στον ΣΚΑΪ αποκαλύφθηκε τι γινόταν στον Αlter. Μπροστά στο μέγεθος της αποκάλυψης και δεχόμενος, ενδεχομένως, πιέσεις, μου έκανε εκείνη την αγωγή, που είχε διάφορα σημεία και ζητούσε κάτι τρελά λεφτά. Πρωτοδίκως κέρδισε ένα σημείο και έχασε τα υπόλοιπα. Το πράγμα εξελίσσεται και δεν είμαι βέβαιος ότι θα σταθεί στον Αρειο Πάγο. Λυπάμαι που το έκανε και νομίζω ότι ήταν κάτι που δεν έπρεπε να έχει καν επιχειρήσει. Εγώ υπερασπίστηκα τον εαυτό μου και είμαι πολύ ευχαριστημένος. Λυπάμαι και για το γεγονός ότι όταν βγήκε η πρωτόδικη απόφαση, έσπευσε να την εκμεταλλευτεί και πολλοί ανόητοι τον ακολούθησαν σε αυτόν τον δρόμο, θριαμβολογώντας ότι «καταδίκασε τον Παπαδημητρίου». Είμαι πολύ ευχαριστημένος γιατί εκείνο το βράδυ αποκαλύφθηκε το σκάνδαλο με τον Alter, που δυστυχώς επιβεβαιώθηκε πλήρως, αλλά δεν είμαι καθόλου ευχαριστημένος που δεν το αποτρέψαμε, διότι κόστισε 500 εκατομμύρια ευρώ στον κλάδο μας και ήταν ένα πολύ μεγάλο χτύπημα.
Και το άλλο, που αφορούσε στην «Καθημερινή», ήταν για τη δραχμή…
 
Ακριβώς. Ηταν ένα σχόλιο που αφορούσε δημοσιογράφους, ότι το παίζουν πολύ άνετοι με τη δραχμή. Είχα κατονομάσει δύο, τον Νίκο Χατζηνικολάου και τον Γιώργο Τράγκα. Ηταν αρχές καλοκαιριού του ΄11 κι είχαν αρχίσει να μαζεύονται στο Σύνταγμα οι Αγανακτισμένοι. Ελεγα «παιδιά, προσέξτε, μη βοηθάτε την επιστροφή στη δραχμή γιατί θα είναι μια καταστροφή».
Ο Νίκος Χατζηνικολάου αντέδρασε με αγωγή, την οποία έχασε. Δεν του έδωσε δημοσιότητα, αυτή τη φορά, ούτε κι εγώ. Ο Γιώργος Τράγκας αντέδρασε και εκείνος και μου έστειλε με ιδιόχειρη αφιέρωση ένα βιβλίο που είχε γράψει για τους χουντικούς στη φυλακή και είναι ευκαιρία να τον ευχαριστήσω. Η διαφορά, και μάλιστα όταν αυτή έρχεται από τον Γιώργο Τράγκα, είναι η καλύτερη απάντηση στο ότι ο Νίκος Χατζηνικολάου, την επόμενη φορά που θα θελήσει να κάνει μια αγωγή σε δημοσιογράφους, είναι καλό να το σκεφτεί και να μην το κάνει.
Εκλογές, δραχμή, ευρώ, τέταρτο μνημόνιο. Τι προβλέπετε;
 
Προβλέψεις δεν κάνω. Διαισθάνομαι ότι, αυτή τη στιγμή που μιλάμε, ο Τσίπρας θα καταπιεί το πικρό χάπι. Η αλήθεια είναι ότι όποιο χάπι και να διαλέξει θα είναι πικρό. Ή θα πρέπει να συμφωνήσει σε όσα περιλαμβάνει η δεύτερη αξιολόγηση και η επανένταξη του ΔΝΤ σε πλήρη ρόλο, ή να πάει σε εκλογές. Και τα δύο είναι πικρά. Το δίλημμα του Τσίπρα είναι πολύ δύσκολο. Για τη χώρα θα ήταν καλύτερη μια τρίτη λύση, που δεν υπάρχει. Γιατί θα έπρεπε ο Τσίπρας να έχει κρατήσει κάποια επαφή με τον Μητσοτάκη. Και τώρα που ο Μητσοτάκης είναι μπροστά στην κοινή γνώμη, δεν έχει κανέναν λόγο να υποχωρήσει. Η χώρα χρειάζεται ένα νέο ξεκίνημα, και ο λόγος είναι διπλός. Πρώτον, ό,τι κι αν λένε τώρα οι άνθρωποι της κυβέρνησης, δεν είπαν την αλήθεια όταν έπρεπε, δηλαδή προτού αναλάβουν την εξουσία. Και δεύτερον, γνώριζαν την αλήθεια και τα όρια και δεν το ομολόγησαν. Κι αυτό είναι το χειρότερο. Και το ακόμα χειρότερο είναι ότι όταν είδαν προς τα πού πάνε τα πράγματα, δεν μπήκαν σε καμία συζήτηση για συγκυβέρνηση. Δεν είχαν υποχρεωθεί να το κάνουν οι προηγούμενοι; Ο κ. Τσίπρας δεν το έκανε, πήρε τα μέτρα, λέρωσε τα χέρια του. Τώρα είναι καιρός να φύγει.

Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας εδώ

Νεότερη Παλαιότερη