Ο στόχος της ανάσχεσης της επένδυσης στο Ελληνικό προχωρεί μεθοδικά. Ακραίοι κρατιστές, ιδεοληπτικοί αρχιτέκτονες με χρόνια θήτευσης στο «προοδευτικό πάλκο», υπηρεσιακοί παράγοντες με κατάχρηση και παρερμηνεία της εξουσίας τους, εφευρίσκουν διαρκώς προσκόμματα. Οι διαρκείς καθυστερήσεις, με σοβαρή και ρεαλιστική πιθανότητα να προκαλέσουν ανήκεστο βλάβη στην επένδυση, προσεγγίζουν ήδη τον στόχο: δηλητηρίαση επενδυτικού κλίματος διά της εφεύρεσης προσκομμάτων.
Η προσφυγή που κατέθεσε η Επιτροπή Αγώνα για το Μητροπολιτικό Πάρκο Ελληνικού στο Συμβούλιο της Επικρατείας στις 13 Φεβρουαρίου «κατά της απόφασης της κ. Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού να μη χαρακτηρίσει ως διατηρητέα νεότερα μνημεία πολύ σημαντικά κτίρια στην περιοχή του πρώην αεροδρομίου Ελληνικού» δεν εξέπληξε όσους παρακολουθούν το κλίμα γύρω από την επένδυση. Ηταν γνωστή η μεθόδευση που, με μοχλό τα νεότερα κτίρια που δεν κηρύχθηκαν διατηρητέα, θα πλαγιοκοπούσε διά της χρονοτριβής την υποχρέωση της κυβέρνησης να παραδώσει τον Ιούνιο το Ελληνικό στους επενδυτές. Η «Επιτροπή Αγώνα» (ποιους εκπροσωπεί άραγε πέρα από την ομάδα κρούσης και τους χειροκροτητές τους;) έχει στόχευση. Οσο η υπόθεση θα είναι νομικά εκκρεμής, δεν θα είναι εφικτή η παράδοση του Ελληνικού, καθώς η σύμβαση ορίζει ότι η έκταση θα πρέπει να παραδοθεί ελεύθερη από κάθε χρήση και με επιλυμένα όλα τα διαδικαστικά και νομικά ζητήματα. Επιπλέον, είναι σαφές ότι θα πρέπει να έχει εκδοθεί η άδεια για το καζίνο, το οποίο, «εντελώς συμπτωματικά», έχει χωροθετηθεί στο σημείο όπου βρίσκονται τα κτίρια του Κολεγίου, τα οποία η «Επιτροπή Αγώνα» θέλει διατηρητέα.
Ολα τα ενδεχόμενα είναι ανοικτά. Αν το ΣτΕ δικαιώσει την «Επιτροπή Αγώνα», δεν θα είναι μόνο η χρονοτριβή που θα είναι ένα αντικειμενικό «πρόβλημα», καθώς όλα θα αρχίσουν από την αρχή. Θα είναι το «μήνυμα» ότι στην Ελλάδα τίποτε δεν είναι σίγουρο, τίποτε δεν είναι σαφές και διασφαλισμένο, ακόμη και αν έχουν πέσει υπογραφές. Γιατί πάντα μπορεί να εμφανιστεί μια επιτροπή αγώνα σε διατεταγμένη υπηρεσία. Αυτός είναι και ο στόχος. Οσο, βεβαίως, εκκρεμεί η υπόθεση νομικά, δεν μπορεί τυπικά να γίνει καμία συζήτηση στο ΥΠΠΟ, διότι αυτό θα συνιστά παρατυπία εφόσον υπάρχει εκκρεμοδικία. Πέραν αυτού, η έκταση του Ελληνικού πρέπει να παραδοθεί ώς τον χρονικό ορίζοντα του Ιουνίου κενή χρήσεων. Μπορεί αυτό να γίνει; Είναι κάτι εφικτό; Εχει δοθεί πλήρης κατάλογος των υπηρεσιών που ακόμη και σήμερα βρίσκονται μέσα στην υπό παραχώρηση έκταση και έχουν άραγε δρομολογηθεί βάσει χρονοδιαγράμματος οι κινήσεις μεταστέγασής τους; Πού θα πάνε άραγε τα αρχαία που βρίσκονται στην αποθήκη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πειραιά, πότε θα μεταφερθεί ο σταθμός της μετεωρολογικής υπηρεσίας, το αμαξοστάσιο τραμ... Οι εικόνες από την επίσκεψη Μουζάλα στους πρόσφυγες συνετέλεσαν και αυτές στον ίδιο σκοπό. Μια έκταση όχι κενή, μια έκταση που γεννά προβλήματα, μια έκταση όπου οι κανόνες μπορούν εύκολα να παραβιάζονται, να ξεχειλώνουν ή απλώς να υπονομεύονται.
Επιπλέον, η επίσης εσκεμμένη φιλολογία που σέρνεται επί μήνες περί πρόθεσης κήρυξης του χώρου ως αρχαιολογικού ή τμήματος αυτού είναι θεσμικά έωλη. Αν προχωρούσε μια τέτοια λογική, θα προσέθετε απλώς γραφειοκρατικά προσκόμματα. Θα συνέβαλλε δηλαδή ως μια μείζων πράξη του δράματος στο «μεγάλο κάδρο». Τα όποια αρχαία βρεθούν καλύπτονται νομικά και θεσμικά από τον ισχύοντα αρχαιολογικό νόμο και από τον αναπτυξιακό νόμο 4072/12, άρθρα 5-10, του 2012, όταν υπουργός Ανάπτυξης ήταν η Αννα Διαμαντοπούλου. Αλλωστε, με τους ισχύοντες αυτούς νόμους προστατεύονται όσα αρχαία βρίσκονται σε κατασκευαστικά έργα (π.χ. οι Δεσμώτες του Φαλήρου).
Η προσφυγή που κατέθεσε η Επιτροπή Αγώνα για το Μητροπολιτικό Πάρκο Ελληνικού στο Συμβούλιο της Επικρατείας στις 13 Φεβρουαρίου «κατά της απόφασης της κ. Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού να μη χαρακτηρίσει ως διατηρητέα νεότερα μνημεία πολύ σημαντικά κτίρια στην περιοχή του πρώην αεροδρομίου Ελληνικού» δεν εξέπληξε όσους παρακολουθούν το κλίμα γύρω από την επένδυση. Ηταν γνωστή η μεθόδευση που, με μοχλό τα νεότερα κτίρια που δεν κηρύχθηκαν διατηρητέα, θα πλαγιοκοπούσε διά της χρονοτριβής την υποχρέωση της κυβέρνησης να παραδώσει τον Ιούνιο το Ελληνικό στους επενδυτές. Η «Επιτροπή Αγώνα» (ποιους εκπροσωπεί άραγε πέρα από την ομάδα κρούσης και τους χειροκροτητές τους;) έχει στόχευση. Οσο η υπόθεση θα είναι νομικά εκκρεμής, δεν θα είναι εφικτή η παράδοση του Ελληνικού, καθώς η σύμβαση ορίζει ότι η έκταση θα πρέπει να παραδοθεί ελεύθερη από κάθε χρήση και με επιλυμένα όλα τα διαδικαστικά και νομικά ζητήματα. Επιπλέον, είναι σαφές ότι θα πρέπει να έχει εκδοθεί η άδεια για το καζίνο, το οποίο, «εντελώς συμπτωματικά», έχει χωροθετηθεί στο σημείο όπου βρίσκονται τα κτίρια του Κολεγίου, τα οποία η «Επιτροπή Αγώνα» θέλει διατηρητέα.
Ολα τα ενδεχόμενα είναι ανοικτά. Αν το ΣτΕ δικαιώσει την «Επιτροπή Αγώνα», δεν θα είναι μόνο η χρονοτριβή που θα είναι ένα αντικειμενικό «πρόβλημα», καθώς όλα θα αρχίσουν από την αρχή. Θα είναι το «μήνυμα» ότι στην Ελλάδα τίποτε δεν είναι σίγουρο, τίποτε δεν είναι σαφές και διασφαλισμένο, ακόμη και αν έχουν πέσει υπογραφές. Γιατί πάντα μπορεί να εμφανιστεί μια επιτροπή αγώνα σε διατεταγμένη υπηρεσία. Αυτός είναι και ο στόχος. Οσο, βεβαίως, εκκρεμεί η υπόθεση νομικά, δεν μπορεί τυπικά να γίνει καμία συζήτηση στο ΥΠΠΟ, διότι αυτό θα συνιστά παρατυπία εφόσον υπάρχει εκκρεμοδικία. Πέραν αυτού, η έκταση του Ελληνικού πρέπει να παραδοθεί ώς τον χρονικό ορίζοντα του Ιουνίου κενή χρήσεων. Μπορεί αυτό να γίνει; Είναι κάτι εφικτό; Εχει δοθεί πλήρης κατάλογος των υπηρεσιών που ακόμη και σήμερα βρίσκονται μέσα στην υπό παραχώρηση έκταση και έχουν άραγε δρομολογηθεί βάσει χρονοδιαγράμματος οι κινήσεις μεταστέγασής τους; Πού θα πάνε άραγε τα αρχαία που βρίσκονται στην αποθήκη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πειραιά, πότε θα μεταφερθεί ο σταθμός της μετεωρολογικής υπηρεσίας, το αμαξοστάσιο τραμ... Οι εικόνες από την επίσκεψη Μουζάλα στους πρόσφυγες συνετέλεσαν και αυτές στον ίδιο σκοπό. Μια έκταση όχι κενή, μια έκταση που γεννά προβλήματα, μια έκταση όπου οι κανόνες μπορούν εύκολα να παραβιάζονται, να ξεχειλώνουν ή απλώς να υπονομεύονται.
Επιπλέον, η επίσης εσκεμμένη φιλολογία που σέρνεται επί μήνες περί πρόθεσης κήρυξης του χώρου ως αρχαιολογικού ή τμήματος αυτού είναι θεσμικά έωλη. Αν προχωρούσε μια τέτοια λογική, θα προσέθετε απλώς γραφειοκρατικά προσκόμματα. Θα συνέβαλλε δηλαδή ως μια μείζων πράξη του δράματος στο «μεγάλο κάδρο». Τα όποια αρχαία βρεθούν καλύπτονται νομικά και θεσμικά από τον ισχύοντα αρχαιολογικό νόμο και από τον αναπτυξιακό νόμο 4072/12, άρθρα 5-10, του 2012, όταν υπουργός Ανάπτυξης ήταν η Αννα Διαμαντοπούλου. Αλλωστε, με τους ισχύοντες αυτούς νόμους προστατεύονται όσα αρχαία βρίσκονται σε κατασκευαστικά έργα (π.χ. οι Δεσμώτες του Φαλήρου).
πηγη: Εφημερίδα Καθημερινή